ΕΣΡ: Απόρριψη Αιτήματος Αλλαγής Συχνότητας Εκπομπής Ρ/Φ Σταθμού BLE Ν. Θεσσαλονίκης.

Διαβάστε ακολούθως την Απόφαση 138/2021 της Ανεξάρτητης Αρχής:



Η Ολομέλεια του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου, συνήλθε σε συνεδρίαση στον συνήθη γι’ αυτό τόπο την 23.11.2020 και ώρα 11:00, προκειμένου να συζητήσει επί της κατωτέρω υποθέσεως. Συγκροτήθηκε από τους: Αθανάσιο Κουτρομάνο, πρόεδρο και (με τηλεδιάσκεψη μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας «epresence.gov.gr») τα μέλη: Καλλιόπη Διαμαντάκου, Βασίλειο Καραποστόλη, Νικόλαο Κιάο, Ευαγγελία Μήτρου, Γεώργιο Πλειό και Γεώργιο Σαρειδάκη. Χρέη γραμματέως εκτέλεσε η Αναστασία Μαραζίδου, διοικητική υπάλληλος του ΕΣΡ.

Αντικείμενο της συζήτησης ήταν η αίτηση της εταιρείας «ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΜΕΠΕ», που εδρεύει στον Άγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης, οδός 4ης Αυγούστου 6, φορέα του ραδιοφωνικού σταθμού «BLE» Ν. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, για αλλαγή θέσης και συχνότητας εκπομπής και συγκεκριμένα από τη συχνότητα 92,5 ΜΗΖ στη συχνότητα 93,1 ΜΗΖ.

Για τον έλεγχο σχηματίστηκε ο φάκελος με αριθμό 208/15.6.2018, ο οποίος ανατέθηκε στον ειδικό επιστήμονα Κ. Αποστολά και στην ειδική επιστήμονα-νομικό Π. Λαμπροπούλου. Η Ειδική Επιστήμων υπέβαλε την με αριθμό πρωτ. 292/ΕΣ/30.3.2020 νομική εισήγησή της.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, για λογαριασμό του ως άνω φορέα παρέστησαν (με τηλεδιάσκεψη μέσω «: epresence.gov.gr») ο Γεώργιος Γιαννόπουλος, δικηγόρος, και ο Δημήτριος Τσιτσιλίκος, ιδιοκτήτης του ραδιοφωνικού σταθμού. Ερωτηθέντες από τον Πρόεδρο, οι Εκπρόσωποι απάντησαν ότι γνωρίζουν το περιεχόμενο του φακέλου, έλαβαν δε τον λόγο και ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους. Ζήτησαν στη συνέχεια - και η Ολομέλεια δέχτηκε- να τους παρασχεθεί προθεσμία για την κατάθεση εγγράφου υπομνήματος μέχρι και την 18.12.2020 και ώρα 14.00 και η συζήτηση κηρύχθηκε περαιωμένη. Ο σταθμός κατέθεσε στη Γραμματεία τα με αριθμό πρωτοκόλλου ΕΣΡ 5757/17.12.2020 και 5797/21.12.2020 υπόμνηματά του.

Την 25.10.2021 και ώρα 11.00 η Ολομέλεια συνήλθε σε διάσκεψη επί της υποθέσεως, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου. Συγκροτήθηκε από τους: Αθανάσιο Κουτρομάνο, πρόεδρο, Ευτέρπη Κουτζαμάνη-Δρίλια, αντιπρόεδρο, και (με τηλεδιάσκεψη μέσω «epresence.gov.gr») τα μέλη: Καλλιόπη Διαμαντάκου, Βασίλειο Καραποστόλη, Νικόλαο Κιάο, Ευαγγελία Μήτρου, Γιώργιο Πλειό και Σωκράτη Τσιχλιά. Απόν το μέλος Γεώργιος Σαρειδάκης, ο οποίος είχε κληθεί νομίμως. Χρέη γραμματέως εκτέλεσε η Αναστασία Μαραζίδου, διοικητική υπάλληλος του ΕΣΡ. Ο Πρόεδρος ενημέρωσε αναλυτικά τους απόντες κατά την συζήτηση Ευτέρπη Κουτζαμάνη-Δρίλια και Σωκράτη Τσιχλιά αναγιγνώσκοντας την έγγραφη εισήγηση, το υπόμνημα της εγκαλουμένης και το σύνολο των λοιπών εγγράφων του φακέλου για την υπόθεση. Παρέστη, επίσης, και η ανωτέρω εισηγήτρια, η οποία ανέπτυξε το ζήτημα προφορικώς και αποχώρησε. Η Ολομέλεια, αφού παρακολούθησε την επίμαχη ροή προγράμματος και μελέτησε το σύνολο των στοιχείων του φακέλου:

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΩΣ ΕΞΗΣ

I. Νομικό Μέρος

Α. Κατά το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος: ««Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. O έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως νόμος ορίζει. O άμεσος έλεγχος του Κράτους, που λαμβάνει και τη μορφή του καθεστώτος της προηγούμενης άδειας, έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και προϊόντων του λόγου και της τέχνης, την εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας, καθώς και το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας».

Β. Κατά το άρθρο 53 του Ν. 2778/1999: «1. Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί, που λειτουργούσαν την 1η Νοεμβρίου 1999, θεωρούνται ως νομίμως λειτουργούντες μέχρι την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης η οποία προβλέπεται στο άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 2328/ 1995, για την προκήρυξη συγκεκριμένων θέσεων αδειών λειτουργίας τοπικών ραδιοφωνικών σταθμών. Μετά την έκδοση της υπουργικής απόφασης του προηγούμενου εδαφίου, οι ανωτέρω ραδιοφωνικοί σταθμοί εξακολουθούν να θεωρούνται ως νομίμως λειτουργούντες εντός των ορίων του αντίστοιχου νομού, εφόσον υποβάλλουν αίτηση συμμετοχής στη σχετική διαγωνιστική διαδικασία και μέχρι την έκδοση της απόφασης του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης με την οποία θα χορηγηθούν οι άδειες λειτουργίας για το νομό αυτόν ή μέχρι την έκδοση σχετικής απορριπτικής απόφασης ή αρνητικής βεβαίωσης, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 2 παρ. 5 (περιπτώσεις γ' και δ') του ν. 2328/1995. Η αίτηση για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας πρέπει να έχει υποβληθεί από το φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι ιδιοκτήτης του λειτουργούντος σταθμού ή από νομικό πρόσωπο στο οποίο συμμετέχει ο ιδιοκτήτης του σταθμού. 2. Οι αναφερόμενοι στην προηγούμενη παράγραφο ραδιοφωνικοί σταθμοί οφείλουν να τηρούν τους προβλεπόμενους στο άρθρο 8 του ν. 2328/1995 κανόνες λειτουργίας. καθώς και αυτούς που προβλέπονται από τους ισχύοντες κώδικες δεοντολογίας του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης. Η παραβίαση των ανωτέρω κανόνων η οποία διαπιστώνεται με βάση τεκμηριωμένη και ειδικά αιτιολογημένη καταγγελία παντός έχοντος έννομο συμφέρον, έχει ως συνέπεια την άμεση διακοπή λειτουργίας του ραδιοφωνικού σταθμού, με απόφαση του Υπουργού Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, καθώς και την αρνητική αξιολόγηση του σταθμού αυτού κατά τη βαθμολόγηση από το Ε.Σ.Ρ. του προβλεπόμενου στο άρθρο 7 παρ. 6 του ν. 2328/1995 κριτηρίου της προγραμματικής πληρότητας. Επίσης, οι ανωτέρω σταθμοί οφείλουν κατά τη λειτουργία τους να μην παρεμβάλλονται στους διαύλους συχνοτήτων της Ε Ρ.Τ. καθώς και στις επικοινωνίες των Ενόπλων Δυνάμεων. της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας, του Ο.Τ.Ε. και κάθε άλλου νομίμως λειτουργούντος δικτύου. Σε αντίθετη περίπτωση και εφόσον αυτό διαπιστωθεί από ειδική τεχνική έκθεση αρμόδιου οργάνου, ο Υπουργός Τύπου και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης διατάσσει αμελλητί την άμεση διακοπή λειτουργίας του σταθμού αυτού καθώς και την κατάσχεση όλου του τεχνικού εξοπλισμού.».

Γ. Κατά το άρθρο 11 παρ. 4 του Ν. 3592/2007: «Οι φορείς άδειας τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών σταθμών πρέπει να διασφαλίζουν την αδιάλειπτη λειτουργία τους...».

Δ. Κατά το άρθρο 20 παρ. 1 και το άρθρο 21 παρ. 1 περ. γ του Ν. 4070/2012 (με το οποίο ενσωματώθηκαν στο εσωτερικό δίκαιο σχετικές Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης): «Το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων αποτελεί σπάνιο πόρο, η διαχείριση του οποίου συνιστά κυριαρχικό δικαίωμα του Κράτους, καθώς και δημόσιο αγαθό με σημαντική κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική αξία». «Η χρήση ραδιοσυχνοτήτων επιτρέπεται στο πλαίσιο των Γενικών Αδειών. Δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνότητας χορηγούνται όπου κρίνεται αναγκαίο ώστε... να διαφυλάσσεται η αποτελεσματική χρήση του φάσματος... ».

Από το συνδυασμό των διατάξεων αυτών, μεταξύ τους και προς τη γενική αρχή της λογικής συνοχής και ενότητας της έννομης τάξης, συνάγονται τα ακόλουθα:

(α) Ότι το Κράτος παρέσχε σε όσους ρ/σ λειτουργούσαν την 1.11.1999 την δυνατότητα να εξακολουθήσουν να λειτουργούν μέχρι την προκήρυξη των σχετικών ανά νομό αδειών .

(β) Ότι μεταξύ του Κράτους και του προσώπου, που χρησιμοποιεί μια ραδιοφωνική συχνότητα δημιουργείται μια ιδιόρρυθμη (sui generis) δημοσίου δικαίου έννομη σχέση (προσομοιάζουσα με εκείνη της κατοχής και χρήσης δημοσίου κτήματος), με την οποία παρέχεται στον χρήστη η δυνατότητα πραγματοποίησης ραδιοφωνικών εκπομπών κατά τον μεταγενέστερο της 1.11.1999 χρόνο.

(γ) Ότι εξαιτίας του όλως εξαιρετικού χαρακτήρος της ρύθμισης - αφού δι’ αυτής επιδιώκεται η έννομη τακτοποίηση έκνομης δραστηριότητας - και της ως εκ τούτου ανάγκης οι σχετικές διατάξεις να ερμηνεύονται στενώς, παρέχεται στον δικαιούχο η δυνατότητα χρήσης της συγκεκριμένης και μόνο συχνότητας και όχι οποιασδήποτε άλλης ή του ραδιοφωνικού φάσματος γενικώς.

(δ) Ότι για όσο χρονικό διάστημα ο σταθμός εκπέμπει ραδιοφωνικό πρόγραμμα επειδή «θεωρείται νομίμως λειτουργών», οφείλει να πληροί τις προϋποθέσεις και να τηρεί τις υποχρεώσεις που εκ της νομοθεσίας προβλέπονται για αδειοδοτημένους ραδιοφωνικούς σταθμούς.
Τυχόν αντίθετη εκδοχή θα είχε ως αποτέλεσμα την ευνοϊκότερη μεταχείριση των σταθμών του άρθρου 53 του Ν. 2778/1999, οι οποίοι «θεωρούνται νομίμως λειτουργούντες», έναντι των σταθμών με νόμιμη άδεια κατά τις οικείες διατάξεις (ΣτΕ 2323/2011, πρβλ. και Ολ. ΣτΕ 3578/2010 και ΑΠ 1701/2014).

ΙΙ. Πραγματικό Μέρος

Με την με αριθμό πρωτ. 2968/22.5.2018 αίτησή της η εταιρεία ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΜΕΠΕ, που εδρεύει στον Άγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης, ζήτησε την αλλαγή θέσης εκπομπής αλλά και συχνότητας εκπομπής και ειδικότερα από την συχνότητα 92,5 ΜΗΖ στην συχνότητα 93,1 ΜΗΖ. Αναφέρει σχετικώς: Ότι η «επίσημη» συχνότητα του σταθμού είναι 92,5 ΜΗΖ, ότι ο σταθμός ζήτησε αλλαγή συχνότητας στην ΕΕΤΤ το 2011 λόγω παρεμβολών από το ΡΑΔΙΟ ΕΚΦΡΑΣΗ το οποίο μετακινήθηκε στη συχνότητα 92,4 με απόφαση της ΕΕΤΤ λόγω παρεμβολών σε συχνότητα της ΕΡΤ ΑΕ. Ότι, με απόφαση της ΕΕΤΤ επετράπη, η μετατόπιση αρχικά στη συχνότητα 88,5 και εν συνεχεία στη συχνότητα 93,1 ΜΗΖ όπου εκπέμπει μέχρι σήμερα. Ότι, με έγγραφο προς το ΥΜΕ αιτήθηκε επίσης, την έγκριση της χρήσης της συχνότητας 93,1 που εχρησιμοποιείτο από τον σταθμό HEART FM ο οποίος είχε διακόψει την λειτουργία του με την υπ’ αριθμ. 369/2013 απόφαση του ΕΣΡ.

Υπεβλήθη, μετά τη συζήτηση της υποθέσεως το με αριθμό πρωτ. 5797/21.12.2020 υπόμνημα, στο οποίο επαναλαμβάνει τους ισχυρισμούς που έχει διατυπώσει στην αίτησή της, καθώς και ότι βρίσκεται στη θέση αυτή για λόγους που δεν ευθύνεται η ίδια και συγκεκριμένα λόγω της έξωσης από το χώρο όπου ήταν το πρωτεύον κέντρο εκπομπής της, και της μετατόπισης του σταθμού ΡΑΔΙΟ ΕΚΦΡΑΣΗ στους 92,4 ΜΗΖ προκειμένου να μην παρενοχλεί την ΕΡΑ που εξέπεμπε στους 92,00 ΜΗΖ και αναγκαστικής μετατόπισης της ιδίας σε άλλη συχνότητα από την 92,5 που ήταν η νόμιμη συχνότητά της. Αναφέρει, επίσης, ότι υπάρχει νομοθετικό κενό γιατί ο νομοθέτης του άρθρου 53 Ν 2778/1999 (με το οποίο ρυθμίστηκαν οι προϋποθέσεις λειτουργίας των «νομίμως λειτουργούντων» Ρ/Σ σταθμών) ρύθμισε μια έκτακτη κατάσταση χωρίς να υπολογίσει το χρόνο που επρόκειτο να διανυθεί, έκτοτε, χωρίς να έχουν χορηγηθεί άδειες λειτουργίας Ρ/Σ. Η αιτούσα επικαλείται τις αρχές της χρηστής διοικήσεως και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που ο πολίτης οφείλει να έχει προς τις ενέργειες της διοικήσεως, λέγοντας ότι ευρέθη στην σημερινή κατάσταση χωρίς η ίδια να φέρει ευθύνη και ότι ακολούθησε ό,τι διαδικασία προβλέπουν οι ισχύοντες νόμοι. Επικαλείται την αρχή της ίσης μεταχείρισης αναφερόμενη σε προηγούμενες (35) αποφάσεις του ΕΣΡ με τις οποίες επετράπη η αλλαγή συχνότητας σε άλλους Ρ/Σ και λέγει ότι τυχόν ανάκληση της βεβαιώσεως νομίμου λειτουργίας που της έχει χορηγηθεί θα συνιστούσε παράνομη πράξη της διοικήσεως δεδομένου ότι δεν μετακινήθηκε οικειοθελώς από την συχνότητα των 92,5 ΜΗΖ στην συχνότητα των 93,1 ΜΗΖ.

ΙΙΙ. Υπαγωγή

Με βάση τα αναφερόμενα ανωτέρω, το αίτημα αλλαγής συχνότητας είναι νομικώς αβάσιμο αφού από καμία διάταξη νόμου ή γενικό νομικό κανόνα δεν προκύπτει ότι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ή άλλη κρατική αρχή) έχει νόμιμη εξουσία να επιτρέψει σε οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο την χρήση οποιασδήποτε ραδιοφωνικής συχνότητας διαφορετικής από εκείνη που εχρησιμοποιείτο στον σκοπητέο χρόνο (1.11.1999) ή υπό διαφορετικούς όρους υπό τους οποίους τότε εχρησιμοποιείτο.

Το αίτημα αλλαγής κέντρου εκπομπής δεν εξετάζεται, εν προκειμένω, διότι λόγω μη αποδοχής του αιτήματος αλλαγής συχνότητας, είναι άνευ αντικειμένου και εξ αυτού του λόγου απορρριπτέα.

Δύο όμως μέλη διατύπωσαν την ακόλουθη συγκλίνουσα γνώμη:
Η αλλαγή της συχνότητας των νομίμως λειτουργούντων σταθμών, κατά το άρθρο 53 του Ν. 2778/1999, σε άλλη από εκείνη που εξέπεμπαν την 1.11.1999, απαγορεύεται μόνο όταν λαμβάνει αυτή χώρα, χωρίς προηγούμενη σχετική άδεια της αρμόδιας Αρχής (πρβλ. ΣΤΕ 1206/2012, 1588/2012, 1231/2011, 1458/2009, 4046/2008, 3070/2007). Με τις αποφάσεις αυτές γίνεται δεκτό ότι είναι επιβεβλημένη η υποχρέωση των μεταβατικώς λειτουργούντων σταθμών να εκπέμπουν από τη συχνότητα που είχαν δηλώσει ότι εξέπεμπαν την 1.11.1999, παρά το ότι δεν ορίζεται αυτό ρητώς στο άρθρο 53 του Ν. 2778/1999, πλην όμως το Συμβούλιο της Επικρατείας θεωρεί ότι η αλλαγή συχνότητας απαγορεύεται μόνο όταν αυτή λαμβάνει χώρα χωρίς προηγούμενη άδεια της αρμόδιας Αρχής και δεν έκρινε ότι η άδεια της Αρχής απαγορεύεται να χορηγηθεί σε κάθε περίπτωση και ιδιαίτερα όταν αυτή επιβάλλεται από λόγους δημοσίου συμφέροντος (πχ για την αντιμετώπιση των παρεμβολών σε άλλα νομίμως λειτουργούντα δίκτυα, σε σταθμούς που εκπέμπουν σε παραμεθόριες περιοχές σε σχέση με ραδιοφωνικούς σταθμούς όμορων κρατών κλπ.).

Συμπερασματικώς, ούτε από την κείμενη νομοθεσία ούτε από τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας προκύπτει απαγόρευση μετατόπισης ραδιοφωνικού σταθμού νομίμως λειτουργούντος, κατά το άρθρο 53 του Ν. 2778/1999, σε άλλη συχνότητα από εκείνη, που χρησιμοποιούσε την 1η.11.1999, όταν η μετακίνηση αυτή γίνεται από λόγους αντικειμενικούς, δηλαδή όταν η χρήση της συχνότητας αυτής προκαλεί παρεμβολές σε άλλα νομίμως λειτουργούντα δίκτυα και με την προϋπόθεση ότι η μετακίνηση αυτή γίνεται ύστερα από αίτηση του σταθμού, που προκαλεί τις παρεμβολές και σχετική άδεια της αρμόδιας Αρχής.

Βεβαίως, οποιαδήποτε αλλαγή συχνότητας (σε σχέση με αυτή που χρησιμοποιούσαν οι ραδιοφωνικοί σταθμοί την 1.11.1999) έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο φάσμα συνολικά και για το λόγο αυτό, μια τέτοια μεταβολή είναι ανεκτή από την ΕΕΤΤ σε εξαιρετικές περιπτώσεις (πρβλ. ΣτΕ 1231/2011). Και αυτό διότι στην περίπτωση των μεταβατικώς λειτουργούντων σταθμών ο νομοθέτης δεν χορήγησε άδεια συγκεκριμένης συχνότητας κατόπιν συγκριτικής αξιολόγησης, στη βάση των ισχυόντων χαρτών συχνοτήτων, αλλά επεδίωξε να ρυθμίσει μέχρι τη χορήγηση των αδειών μια πραγματικά κατάσταση (αυθαίρετη χρήση του ραδιοφάσματος). Στη βάση δε αυτή χορηγήθηκαν βεβαιώσεις νόμιμης λειτουργίας στους ραδιοφωνικούς σταθμούς, με κριτήριο τη δήλωση των ιδίων ότι πράγματι λειτουργούσαν μια συγκεκριμένη ημερομηνία χωρίς να προβαίνει με τη χορήγηση αυτή σε εκχώρηση συχνότητας αλλά απλώς αναγνωρίζει το πραγματικό γεγονός της λειτουργίας ενός σταθμού κατά την 1.11.1999 και μεταγενεστέρως. Σε κάθε δε περίπτωση ο νομοθέτης απέβλεψε στην προσωρινή λειτουργία τους χωρίς να προδιαγράψει συγκεκριμένα τεχνικά χαρακτηριστικά της εκπομπής τους και πάντως χωρίς να απαγορεύσει ρητά τη δυνατότητα μεταβολής συχνότητας και θέσης εκπομπής υπό την προϋπόθεση ότι η μεταβολή αυτή εγκρίνεται ύστερα από σχετική αίτηση από την αρμόδια Αρχή. Κατά συνέπεια, η διατήρηση της συχνότητας εκπομπής δεν αποτελεί όρο της νόμιμης λειτουργίας του σταθμού αυτής της κατηγορίας, όπως αυτό ισχύει στην περίπτωση της αδειοδότησης και της εκχώρησης συγκεκριμένης συχνότητας που προβλέπεται στον οικείο χάρτη συχνοτήτων (άρθρο 11 παρ.2 του Ν. 3592/2007). Εξάλλου, σε περίπτωση αλλαγής συχνότητας δεν τίθεται ζήτημα άνισης μεταχείρισης μεταξύ νομίμως λειτουργούντων σταθμών διότι, κατά τη μεταβατική περίοδο που διάγουμε μέχρι τη χορήγηση αδειών, κατηγορία αδειούχων σταθμών δεν υπάρχει.

Περαιτέρω, από τις διατάξεις του άρθρου 12 περ. ιθ και κ του Ν. 3431/2006 και των άρθρων 12 περ. ιθ και κ του Ν. 4070/2012 και 113 περ. ιθ του Ν. 4727/2020 σαφώς προκύπτει ότι αρμόδια για την εποπτεία και τον έλεγχο της χρήσης του φάσματος των ραδιοσυχνοτήτων από οποιονδήποτε δυνητικό χρήστη, συμπεριλαμβανομένων των σταθμών αναλογικής ραδιοφωνίας, τη διαχείριση των ραδιοσυχνοτήτων και την επιβολή κυρώσεων στους παρανομούντες σταθμούς είναι η ΕΕΤΤ, η οποία οφείλει να αποφαίνεται σε περιπτώσεις παραβιάσεων των υποχρεώσεων που προκύπτουν από την ως άνω διάταξη του άρθρου 53 του Ν. 2778/1999, διασφαλίζοντας έτσι την ακώλυτη λειτουργία των σταθμών ως προς την τήρηση των τεχνικών προδιαγραφών λειτουργίας των μέχρι την κανονική αδειοδότησή τους, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στις οικείες διατάξεις διαδικασία (πρβλ. ΣτΕ επταμ. 2719/2011).

Στην παραβίαση των τεχνικών προδιαγραφών λειτουργίας των ραδιοφωνικών σταθμών πρέπει να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνεται και η μη νόμιμη χρήση της άλλης συχνότητας. Σε κάθε δε περίπτωση η έγκριση του αιτήματος μετακίνησης εφόσον εξετάζεται από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης στο πλαίσιο του ελέγχου νομιμότητας της λειτουργίας των σταθμών θα πρέπει να στηρίζεται σε σχετική τεκμηρίωση από την ΕΕΤΤ που έχει την ευθύνη ελέγχου και διαχείρισης του ραδιοφάσματος.

Στην προκειμένη περίπτωση με την υπ’ αριθμ. ΑΠ 660/15/12.7.2012 απόφαση της ΕΕΤΤ, όπως τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. ΑΠ 717/19/8.5.2014 απόφαση της ίδιας Αρχής, διαπιστώθηκε η βασιμότητα του ισχυρισμού της εταιρείας με την επωνυμία: «ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΜΕΠΕ», φορέα του ραδιοφωνικού σταθμού με τον διακριτικό τίτλο «MUSIC RADIO» ήδη «BLE», που διατυπώθηκε στην υπ’ αριθμ. πρωτ. ΕΕΤΤ 41167/25.10.2011 αίτησή της, περί αδυναμίας της να προβαίνει στη μετάδοση του ραδιοφωνικού της προγράμματος από την ορισθείσα από το ΕΣΡ συχνότητα των 92,5 ΜΗΖ λόγω της ταυτόχρονης εκπομπής του Ρ/Σ με το διακριτικό τίτλο «ΡΑΔΙΟ ΕΚΦΡΑΣΗ» στη συχνότητα 92,4 ΜΗΖ, συχνότητα όπου μετακινήθηκε ο τελευταίος σταθμός από τη συχνότητα 92,3 ΜΗΖ με τις ΑΠ 611/64/07/7.7.2011 και 615/17/2.8.2011 αποφάσεις της ΕΕΤΤ, λόγω πρόκλησης παρεμβολών κατά τη λειτουργία του πομπού της ΕΡΑ στη συχνότητα 92,0 ΜΗΖ. Επίσης, διαπιστώθηκε η αναγκαιότητα της μετατόπισης του Ρ/Σ με τον διακριτικό τίτλο «MUSIC RADIO» ήδη «BLE», σε συχνότητα έτερη της ορισθείσης εκ του ΕΣΡ, στο πλαίσιο της διασφάλισης της ακώλυτης χρήσης των συχνοτήτων της ΕΡΤ ΑΕ και αποφασίσθηκε ότι η ΕΕΤΤ θα απέχει από την επιβολή οιασδήποτε κύρωσης στην εταιρεία με την επωνυμία «ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΜΕΠΕ», φορέα του ραδιοφωνικού σταθμού με το διακριτικό τίτλο «MUSIC RADIO» ήδη «BLE», κατά την εκπομπή του προγράμματος του σταθμού της στη συχνότητα 88,5 ΜΗΖ ή άλλη έτερη της ορισθείσης εκ του ΕΣΡ συχνότητας των 92,5 ΜΗΖ από τη θέση εκπομπής «Νέα Μεσημβρία Αγίου Αθανασίου».

Μετά την έκδοση της τροποποιητικής με αριθμό ΑΠ 717/19/8.5.2014 απόφασης της ΕΕΤΤ η εταιρεία με την επωνυμία «ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΜΕΠΕ», φορέας του ραδιοφωνικού σταθμού με τον διακριτικό τίτλο «MUSIC RADIO 92,5» ήδη «BLE», ενημέρωσε με το υπ’ αριθμ. ΕΕΤΤ 22830/4.6.2014 έγγραφο την ΕΕΤΤ ότι σε εφαρμογή της ΕΕΤΤ ΑΠ 660/15/12.7.2012 απόφασής της πρόκειται να μετατοπισθεί στη συχνότητα των 93,1 ΜΗΖ. Από τη μετακίνησή της, όμως, αυτή στη συχνότητα των 93,1 ΜΗΖ προκλήθηκαν παρεμβολές κατά την εκπομπή του νομίμως λειτουργούντος στη συχνότητα 93,4 ΜΗΖ ραδιοφωνικού σταθμού Θεσσαλονίκης με τον διακριτικό τίτλο «93,4 FM ΣΤΟ ΚΟΚΚΙΝΟ» και η ΕΕΤΤ με την ΑΠ 961/06/12.10.2020 απόφασή της ανακάλεσε τις υπ’ αριθμ. ΕΕΤΤ ΑΠ 660/15/12.7.2012 και ΑΠ 717/19/8.5.2014 αποφάσεις της και επέβαλε στην αιτούσα εταιρεία με την επωνυμία «ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΜΕΠΕ», φορέα του ραδιοφωνικού σταθμού με τον διακριτικό τίτλο « «BLE» (πρώην «MUSIC RADIO 92,5» ), μεταξύ άλλων και: α) Τη διοικητική κύρωση της σύστασης όπως προβαίνει στη μετάδοση του ραδιοφωνικού της προγράμματος αποκλειστικά στη συχνότητα 92,5 ΜΗΖ από την πρωτεύουσα θέση της Ν. Μεσημβρίας του Αγίου Αθανασίου και από τη θέση του Χορτιάτη μόνο εφόσον είναι ενεργοποιημένη η πρωτεύουσα θέση και εφόσον πληρούνται και οι αναφερόμενοι, στις υπό στοιχ. α της απόφασης διατάξεις, λοιποί όροι για τη σύννομη χρήση των δευτερευουσών θέσεων εκπομπής. β) Τη διοικητική κύρωση της σύστασης όπως εντός μηνός από την επίδοση της παρούσης απόφασης διακόψει την εκπομπή του σταθμού της στη συχνότητα των 93,1 ΜΗΖ, εντός του νομού Θεσσαλονίκης, προβαίνοντας αποκλειστικά στη χρήση της συχνότητας 92,5 ΜΗΖ. γ)... δ) και ε)
Τη διοικητική κύρωση της σύστασης όπως άρει πάραυτα την οιαδήποτε παρενόχληση κατά τη λειτουργία έτερων νόμιμων δικτύων.

Επομένως, ενόψει του γεγονότος της ανάκλησης από την ΕΕΤΤ των υπ’ αριθμ ΑΠ 660/15/12.7.2012 και ΑΠ 717/19/8.5.2014 αποφάσεών της και την επιβολή κυρώσεων προκειμένου να διακόψει η αιτούσα εταιρεία την εκπομπή του σταθμού της στη συχνότητα των 93,1 ΜΗΖ και να προβαίνει αποκλειστικά στη χρήση της συχνότητας των 92,5 ΜΗΖ, η αίτησή της για αλλαγή συχνότητας από 92,5 ΜΗΖ στη συχνότητα 93,1 ΜΗΖ είναι αβάσιμη στην ουσία της. 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Η ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ

Απορρίπτει το αίτημα αλλαγής συχνότητας της εταιρείας «ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΜΕΠΕ», που εδρεύει στον Άγιο Αθανάσιο Θεσσαλονίκης, φορέα του ραδιοφωνικού σταθμού «BLE» Ν. ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Κρίνει το αίτημα αλλαγής κέντρου εκπομπής άνευ αντικειμένου μετά την απόρριψη του αιτήματος αλλαγής συχνότητας και για το λόγο αυτό απορριπτέο.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε την 25η Οκτωβρίου 2021 και δημοσιεύτηκε την 18η Απριλίου 2022.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Ρ.                H ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΜΑΝΟΣ    ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΑΡΑΖΙΔΟΥ

Πληροφορίες: www.esr.gr

Παρατηρήσεις: Απόφαση 138/2021 - ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ (ΕΣΡ) - 18η Απριλίου 2022

Στην ίδια κατηγορία