ΕΣΡ: Απόφαση για τον Ρ/Φ Σταθμό ΝΟΣΤΟΣ FM (Πρώην ΗΡΟΔΟΤΟΣ) Ν. Αττικής.

Διαβάστε ακολούθως τη σχετική Απόφαση της Ανεξάρτητης Αρχής.



Η Ολομέλεια του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου, συνήλθε στον συνήθη γι’ αυτό τόπο την 7.5.2019 και ώρα 10:00, προκειμένου να συζητήσει επί της κατωτέρω υποθέσεως. Συγκροτήθηκε από τους: Αθανάσιο Κουτρομάνο, πρόεδρο, Ξενοφώντα Μορώνη, αντιπρόεδρο, και τα μέλη: Νικόλαο Κιάο, Βασίλειο Καραποστόλη, Καλλιόπη Διαμαντάκου, Γεώργιο Σαρειδάκη, Δήμητρα Παπαδοπούλου και Ευαγγελία Μήτρου. Απόν το μέλος Γεώργιος Πλειός, ο οποίος είχε κληθεί νομίμως. Χρέη γραμματέως εκτέλεσε η Αναστασία Μαραζίδου, διοικητική υπάλληλος του ΕΣΡ.

Αντικείμενο της συζήτησης ήταν η εξέταση της με αριθμό πρωτ. 1387/13.3.2019 αίτησης του Κωνσταντίνου Χούντα και της εταιρείας με την επωνυμία «ΗΡΟΔΟΤΟΣ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΗ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» φερόμενης ως ιδιοκτήτριας του ραδιοφωνικού σταθμού «ΝΟΣΤΟΣ FM» πρώην «ΗΡΟΔΟΤΟΣ» Ν. Αττικής, με την οποία ζητούν να ανακληθούν οι με αριθμό 144/2018 και 102/2017 αποφάσεις του ΕΣΡ καθώς και οποιαδήποτε συναφής προγενέστερη πράξη του ΕΣΡ.
Για τον έλεγχο σχηματίστηκε ο φάκελος με αριθμό 87/15.3.2019, ο οποίος ανατέθηκε στον ειδικό επιστήμονα - νομικό Αλέξανδρο Οικονόμου. O ειδικός επιστήμων- νομικός υπέβαλε στο ΕΣΡ τις με αριθμό πρωτοκόλλου 460/ΕΣ/24.4.2019 και 536/ΕΣ/21.5.2019 νομικές του εισηγήσεις.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, για λογαριασμό του Κωνσταντίνου Χούντα και της ως άνω εταιρείας παρέστησαν οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους Δημοσθένης Κορδελλίδης και Μαρία Κωστοπούλου. Ερωτηθέντες από τον Πρόεδρο οι εκπρόσωποι των αιτούντων δήλωσαν ότι γνωρίζουν το περιεχόμενο του φακέλου,
έλαβαν δε τον λόγο και ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους. Ζήτησαν στη συνέχεια - και η Ολομέλεια δέχτηκε- να τους παρασχεθεί προθεσμία για την κατάθεση εγγράφου υπομνήματος μέχρι και την 14.5.2019 και ώρα 14.00 και η συζήτηση κηρύχθηκε περαιωμένη. O σταθμός κατέθεσε στη Γραμματεία το με αριθμό πρωτοκόλλου 2749/14.5.2019 υπόμνημα.
Την 9.9.2019 και ώρα 10.30 η Ολομέλεια συνήλθε σε διάσκεψη επί της υποθέσεως, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου. Συγκροτήθηκε από τους: Αθανάσιο Κουτρομάνο, πρόεδρο, και τα μέλη Νικόλαο Κιάο, Γιώργο Πλειό, Γεώργιο Σαρειδάκη, Ευαγγελία Μήτρου και Καλλιόπη Διαμαντάκου. Απόν το μέλος Βασίλειος Καραποστόλης, ο οποίος είχε προσκληθεί νομίμως. Χρέη γραμματέως εκτέλεσε η Αναστασία Μαραζίδου, διοικητική υπάλληλος του ΕΣΡ. Ο Πρόεδρος ενημέρωσε αναλυτικά τον απόντα κατά την συζήτηση Γιώργο Πλειό αναγιγνώσκοντας τις έγγραφες εισηγήσεις, το υπόμνημα των αιτούντων και το σύνολο των λοιπών εγγράφων του φακέλου για την υπόθεση. Παρέστη επίσης και ο ανωτέρω εισηγητής, ο οποίος ανέπτυξε το ζήτημα προφορικώς και αποχώρησε. Η Ολομέλεια, αφού μελέτησε το σύνολο των στοιχείων του φακέλου:

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΩΣ ΕΞΗΣ:

Ι. Νομικό Μέρος
Κατά το άρθρο 20 του Συντάγματος: «1) Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει. 2) Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του». Κατά το άρθρο 10 παρ. 1 του Συντάγματος: «Καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα, τηρώντας τους νόμους του Κράτους, να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να ενεργούν σύντομα κατά τις κείμενες διατάξεις και να απαντούν αιτιολογημένα σε εκείνον που υπέβαλε την αναφορά, σύμφωνα με το νόμο». Κατά το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος: «Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. Ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως νόμος ορίζει. Ο άμεσος έλεγχος του Κράτους ... έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων καθώς και προϊόντων του λόγου κα της τέχνης, την εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας, καθώς και τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας ...». Κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του Ν.2863/2000: «Οι αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης ... αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις . Κατά των αποφάσεων του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης μπορεί να ασκηθούν αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς και οι προβλεπόμενες στο Σύνταγμα και τη 3 νομοθεσία διοικητικές προσφυγές ... ». Τέλος, κατά το άρθρο 24 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν.2690/1999): «Αν από τις σχετικές διατάξεις δεν προβλέπεται η δυνατότητα άσκησης της, κατά το επόμενο άρθρο, ειδικής διοικητικής ή ενδικοφανούς προσφυγής, ο ενδιαφερόμενος, για την αποκατάσταση υλικής ή ηθικής βλάβης των εννόμων συμφερόντων του, που προκαλείται από ατομική διοικητική πράξη μπορεί, για οποιονδήποτε λόγο, με αίτησή του, να ζητήσει, είτε από τη διοικητική αρχή η οποία εξέδωσε την πράξη, την ανάκληση ή την τροποποίησή της (αίτηση θεραπείας), είτε, από την αρχή η οποία προΐσταται εκείνης που εξέδωσε την πράξη, την ακύρωσή της (ιεραρχική προσφυγή)».
Από τον συνδυασμό και τη λογική ερμηνεία των ρυθμίσεων αυτών συνάγονται τα ακόλουθα:
(Α) Ότι το πρόσωπο, για το οποίο εκδόθηκε βλαπτική των συμφερόντων του απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και το οποίο (εκλήθη και) έλαβε κανονικά μέρος στη σχετική διαδικασία και ανέπτυξε τους υπερασπιστικούς του ισχυρισμούς (ή-πάντως-του δόθηκε η δυνατότητα να εκθέσει τις επί της υποθέσεως απόψεις του αλλά δεν το έπραξε), δύναται μεν να υποβάλει αναφορά, κατά το άρθρο 10 του Συντάγματος (την οποία το ΕΣΡ υποχρεούται να παραλάβει) δεν δικαιούται όμως να ζητήσει την ουσιαστική επανάκριση του ίδιου ζητήματος και την ανάκληση ή τροποποίηση της εις βάρος του αποφάσεως, παρά μόνον: (α) Εάν επικαλείται νομικό ή ουσιαστικό σφάλμα αυτής που θεμελιώνεται σε (νομικώς ουσιώδη) νέα δεδομένα, ήτοι δεδομένα που διαμορφώθηκαν ή κατέστησαν γνωστά στο βλαπτόμενο πρόσωπο μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας στην οποία στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (διοικητική πράξη) και τα οποία ως εκ τούτου δεν ήταν δυνατόν να προσκομισθούν και να ληφθούν υπόψιν από το κρίναν όργανο της υποθέσεως. (β) Εάν το επικαλούμενο (βλαπτικό για τον αιτούντα) σφάλμα προκύπτει από την ίδια την διοικητική πράξη.
(Β) Ότι η τυχόν αίτηση που υποβάλλεται, εκ μέρους του βλαπτομένου, από την απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, για ανάκληση ή μεταρρύθμιση αυτής χωρίς την επίκληση νέων δεδομένων ή σφάλματος που προκύπτει από την ίδια την απόφαση, κατά τα προεκτεθέντα, δεν είναι παραδεκτή και γι’ αυτό πρέπει να τυγχάνει αρνητικής «απαντήσεως», κατά την έννοια του άρθρου 10 του Συντάγματος, η σχετική δε «απάντηση», ανεξάρτητα από την τυπική της μορφή, δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη (πρβλ. ΣτΕ 2855/2013, 4393/2013, 4519/2014, 4596/2015, 671/2016).

ΙΙ. Πραγματικό Μέρος
Στην προκειμένη περίπτωση το ιστορικό της υποθέσεως προκύπτει από την υπ’ αριθμ. 1794/2018 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, της οποίας η ελάσσων πρόταση και το συμπέρασμα έχουν, κατά λέξιν, ως εξής (διαλαμβάνεται και στην εκ των προσβαλλομένων αποφάσεως του ΕΣΡ 144/2018): « 4. Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία του φακέλου της υποθέσεως προκύπτουν τα εξής: Ο αιτών υπέβαλε στις 14.10.2009 αίτηση προς το Ε.Σ.Ρ., με την οποία, καθ' ερμηνείαν του περιεχομένου της, ζήτησε να χορηγηθεί βεβαίωση νόμιμης λειτουργίας, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 12 παρ. 29 του ν. 3310/2005, για τον ραδιοφωνικό σταθμό με τον διακριτικό τίτλο «ΗΡΟΔΟΤΟΣ FM» Νομού Αττικής, ιδιοκτησίας του. Η αίτηση αυτή απερρίφθη αρχικώς με την υπ’ αριθμ. 199/27.4 2010 απόφαση του Ε.Σ.Ρ., ενώ με τις υπ' αριθμ. 287/1.9.2014 και 51/9.2.2015 όμοιες αποφάσεις απερρίφθησαν και οι από 22.5.2014 και 20.10.2014 σχετικές αιτήσεις θεραπείας του αιτούντος. Εν συνεχεία, όμως, νεότερη αίτηση θεραπείας του αιτούντος έγινε δεκτή με την υπ. αριθμ. 254/22.7.2015 απόφαση του Ε. Σ.Ρ. , με την οποία, κατόπιν της συνεκτιμήσεως εγγράφων που δεν είχαν εξετασθεί κατά τις προηγούμενες συνεδριάσεις της Αρχής, κρίθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 12 παρ. 29 του ν. 3310/2005 για τη χορήγηση βεβαιώσεως νόμιμης λειτουργίας για τον επίμαχο σταθμό. Συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι από τα στοιχεία του φακέλου προέκυπτε αφ’ ενός μεν ότι ο φορέας του σταθμού είχε υποβάλει αίτηση συμμετοχής στην προκηρυχθείσα το έτος 1996 διαγωνιστική διαδικασία αδειοδότησηςραδιοφωνικών σταθμών, αφ' ετέρου δε ότι ο σταθμός λειτουργούσε κατά την 31.12.2004. Εν όψει των ανωτέρω, το Ε.Σ.Ρ. ανακάλεσε τις προηγούμενες απορριπτικές αποφάσεις του και ενέκρινε τη χορήγηση βεβαιώσεως νόμιμης λειτουργίας στον ραδιοφωνικό σταθμό του αιτούντος, Σχετικώς εξεδόθη η υπ' αριθμ. 3/22.7.2015 βεβαίωση, στην οποία αναφέρεται ότι ο εν λόγω ραδιοφωνικός σταθμός «λειτουργεί νομίμως στο Νομό Αττικής με έδρα την Αθήνα και εκπέμπει στην συχνότητα 107,4». Με την από 21.10.2015 ορθή επανάληψη της ως άνω βεβαιώσεως διορθώθηκε η συχνότητα εκπομπής του ραδιοφωνικού σταθμού από «107,4» σε «100,6». Ακολούθησε η υποβολή, στις 15.12.2015, καταγγελίας στο Ε.Σ.Ρ. από τρίτο πρόσωπο σχετικά με τη νομιμότητα της βεβαιώσεως νόμιμης λειτουργίας που χορηγήθηκε στον ραδιοφωνικό σταθμό του αιτούντος. Το περιεχόμενο της ανωτέρω καταγγελίας εξετάσθηκε από τους ειδικούς επιστήμονες του Ε.Σ.Ρ., οι οποίοι συνέταξαν σχετικές εισηγήσεις, ενώ ο αιτών υπέβαλε το από 11.1.2016 υπόμνημα προς αντίκρουση της καταγγελίας. Εν συνεχεία και αφού εκλήθη ο αιτών σε ακρόαση, εξεδόθη η προσβαλλομένη απόφαση του Ε.Σ.Ρ., [σημ. πρόκειται για την και εδώ προσβαλλόμενη απόφαση 102/2017]με την οποία έγινε δεκτό ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση βεβαιώσεως νόμιμης λειτουργίας, δεδομένου ότι προέκυπτε ότι ο αιτών είχε αποξενωθεί από τον επίμαχο ραδιοφωνικό σταθμό, κατόπιν της εισφοράς της ατομικής του επιχείρησης, η οποία ήταν και ο φορέας εκμετάλλευσης του σταθμού, σε ανώνυμη εταιρεία, την οποία συνέστησε το έτος 2000 με τρίτο πρόσωπο και από την οποία, εν συνεχεία, εξήλθε, το έτος 2001, μεταβιβάζοντας το σύνολο των μετοχών του. Η ως άνω ανώνυμη εταιρεία έλαβε το έτος 2002 άδεια λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού με άλλο διακριτικό τίτλο. Στην προσβαλλομένη απόφαση διαλαμβάνεται, επίσης, επικουρικώς, ότι ο αιτών, όπως ο ίδιος ανέφερε στην από 22.5.2014 αίτησή του προς το Ε.Σ.Ρ. είχε διακόψει τη λειτουργία του σταθμού «ΗΡΟΔΟΤΟΣ FM» επί σειρά ετών (μετά την 31.12.2004). Εν όψει των ανωτέρω, το Ε.Σ.Ρ. προέβη στην ανάκληση της προηγουμένης υπ' αριθμ. 254/2015 αποφάσεώς του, καθώς και των βεβαιώσεων νόμιμης λειτουργίας που είχαν χορηγηθεί στον ραδιοφωνικό σταθμό του αιτούντος.
5. Επειδή, η προθεσμία δημοσιεύσεως προκηρύξεως για τη χορήγηση αδειών λειτουργίας ραδιοφωνικών σταθμών, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση α της παρ. 29
του άρθρου 12 του ν. 3310/2005, μέχρι το πέρας της οποίας θεωρούνται νομίμως λειτουργούντες και οι εμπίπτοντες στην περίπτωση β της προαναφερθείσης διατάξεως ραδιοφωνικοί σταθμοί του νομού Αττικής^ παρετάθη διαδοχικώς με τις διατάξεις των άρθρων 15 παρ. 7 περ. β’ του ν. 3444/2006 (Α ' 46), 9 παρ. 2 του ν. 3548/2007 (Α' 68), 20 παρ. 5 του ν. 3592/2007 (Α' 161), άρθρου δεύτερου παρ. 1 του ν. 3640/2008 (Α' 22), 9 του ν. 3723/2008 (Α' 250), 38 του ν. 3 775/2009 (Α' 122), 29 παρ. 4 του ν. 3838/2010 (Α ’ 49), 49 παρ. 8 του ν. 3905/2010 (Α ' 219), 8 παρ. 4 του 4038/2012 (Α' 14), 17 του ν. 4208/2013 (Α ' 252) και του άρθρου έκτου παρ. 4α του ν. 4279/2014 (Α' 158). Η τελευταία παράταση δόθηκε με το άρθρο 86 του ν. 4313/2014 (Α ' 261), με το οποίο η ανωτέρω προθεσμία παρατάθηκε μέχρι τις 31.12.2015. Δεν ακολούθησε οε νεότερη νομοθετική ρύθμιση για τους κατά τα ως άνω θεωρηθέντες ως νομίμως λειτουργούντες ραδιοφωνικούς σταθμούς του νομού Αττικής. Υπό τα ανωτέρω δεδομένα, εφ’ όσον παρήλθε ο χρόνος και της τελευταίας παρατάσεως της προθεσμίας, μέχρι το πέρας της οποίας θεωρούνται ως νομίμως λειτουργούντες οι εμπίπτοντες στην προμνησθείσα διάταξη του άρθρου 12 παρ. 29 περ. β του ν. 3310/2015 ραδιοφωνικοί σταθμοί, η τελευταία αυτή διάταξη δεν μπορεί πλέον, σε κάθε περίπτωση, να αποτελέσει έρεισμα για τη νόμιμη λειτουργία του ραδιοφωνικού σταθμού «ΗΡΟΔΟΤΟΣ FM» (ήδη «ΝΟΣΤΟΣ FM») και ως εκ τούτου, η ακύρωση της προσβαλλομένης πράξεως παρίσταται αλυσιτελής για τον αιτούντα, καθ’ όσον δεν θα είχε ως συνέπεια την επαναφορά του εν λόγω σταθμού σε νόμιμη λειτουργία (πρβλ. ΣτΕ 771-2/2016). Συνεπώς, η υπό κρίση αίτηση πρέπει να απορριφθεί, για τον λόγο αυτό, ως απαράδεκτη».
Με την υπ’ αριθμ. 144/2018 απόφαση του παρόντος Συμβουλίου, συμπροσβαλλόμενη με την κρινόμενη αίτηση θεραπείας, αφού κρίθηκε κατά πλειοψηφία ότι αυτή είχε ασκηθεί παραδεκτώς, απορρίφθηκε (επίσης κατά πλειοψηφία) ως ουσιαστικώς αβάσιμη.
Ήδη με την κρινόμενη αίτηση (υπ’ αριθμ. Πρωτ. 1387/13-3-2019) ζητείται «να ανακληθούν οι υπ’αριθμ. 144/2018 και 102/2017 αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης», δεν προσκομίζονται όμως νέα (νομικώς ουσιώδη) , υπό την, εκτεθείσα έννοια, δεδομένα, ούτε προκύπτει σφάλμα από τις ίδιες τις προσβαλλόμενες διοικητικές πράξεις.

ΙΙΙ. Υπαγωγή
Κατά συνέπεια η αίτηση είναι αβάσιμη και πρέπει να απορριφθεί. Κατά την γνώμη όμως δύο μελών της Ολομέλειας, η κρινόμενη αίτηση έπρεπε να γίνει δεκτή με τις ακόλουθες σκέψεις: η συμπροσβαλλόμενη απόφαση 144/2018 (εκδοθείσα επί της αιτήσεως θεραπείας) παραδεκτώς προσβάλλεται διότι, λόγω του ότι δεν εξετάστηκαν και απορρίφθηκαν χωρίς ειδική αιτιολογία δύο ουσιώδεις ισχυρισμοί των αιτούντων (ΣτΕ 2237/2006 και 4061/2008), πρόκειται για παράνομη πράξη.
Με τον πρώτο ισχυρισμό ο πρώτος εκ των αιτούντων υποστήριζε με την αρχική του αίτηση θεραπείας ότι, κατά την εισφορά δια συμβολαιογραφικού εγγράφου της προσωπικής επιχείρησής του στην ανώνυμη εταιρεία που συμμετείχε στη διαγωνιστική διαδικασία για την απόκτηση άδειας λειτουργίας ραδιοφωνικού σταθμού, δεν υπήρξε αποξένωσή του από όλα τα περιουσιακά στοιχεία που συναποτελούσαν την επιχείρηση του ραδιοφωνικού σταθμού, παρά μόνο από εκείνα που καταγράφονται ρητώς στη συμβολαιογραφική πράξη. Ο ισχυρισμός αυτός αφενός μεν είναι βάσιμος, όπως αναπτύσσεται αναλυτικότερα στη μειοψηφία της προσβαλλόμενης απόφασης. Ο ισχυρισμός αυτός είναι εξάλλου ουσιώδης, διότι αντικρούει τη βασική θέση της αρχικής προσβαλλόμενης πράξης ότι δεν είναι νοητή παρά μεταβίβαση του συνόλου των περιουσιακών στοιχείων του ιδιοκτήτη μιας προσωπικής επιχείρησης ραδιοφωνικού σταθμού.
Ο δεύτερος ισχυρισμός που αγνοήθηκε είναι ότι ο σταθμός ουδέποτε διέκοψε τη λειτουργία του, στοιχείο που, όπως αναλύεται και πάλι στη μειοψηφία της δεύτερης προσβαλλόμενης, προκύπτει από έγγραφο της ΕΕΤΤ, ανεξαρτήτως του εάν η εμφανιζόμενη στο έγγραφο αυτό ονομασία του σταθμού διαφοροποιείται ή παρατηρούνται διακοπές στη μετάδοση σήματος, αφού τα πραγματικά αυτά γεγονότα αποτελούν χαρακτηριστικά της λειτουργίας σταθμών που είναι παράνομοι και επιδιώκουν τη νομιμοποίησή τους. Και αυτός ο ισχυρισμός είναι ουσιώδης διότι αντικρούει αναπαραγόμενη στην αρχική πράξη του Συμβουλίου γραπτή αναφορά του πρώτου εκ των αιτούντων (που προφανώς είχε διατυπωθεί εκ παραδρομής), ότι ο σταθμός είχε διακόψει τη λειτουργία του το 2005. Στην πραγματικότητα ο σταθμός είχε παύσει τη μετάδοση των εκπομπών που αποτελούσαν παραγωγές εξωτερικών συνεργατών και μετέδιδε μόνο μουσική σε συνεχή ροή. 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Η Ολομέλεια του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε την 9η Σεπτεμβρίου 2019 και δημοσιεύτηκε την 22α Νοεμβρίου 2019.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Ρ.                                                       H ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ 
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΜΑΝΟΣ                                          ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΑΡΑΖΙΔΟΥ

Παρατηρήσεις: Απόφαση 128/2019 - Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης - 9η Σεπτεμβρίου 2019

Στην ίδια κατηγορία