Ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στο Digital Economy Forum 2021 του ΣΕΠΕ.

Διαβάστε ακολούθως την Ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στο Digital Economy Forum 2021 του ΣΕΠΕ:



Κυρίες και κύριοι,

Είμαι ιδιαίτερα χαρούμενος που βρίσκομαι σήμερα εδώ μαζί σας στο Digital Economy Forum του ΣΕΠΕ. Γιατί οι απόψεις και οι προτάσεις που κατατίθενται εδώ, έχουν τα μάτια τους στην Ελλάδα που οραματίζεται κάθε πολίτης.

Και αυτό διότι είναι κεφαλαιώδες το πεδίο της ψηφιακής οικονομίας, στα πλαίσια ενός σύγχρονου και βιώσιμου παραγωγικού μοντέλου, αν θέλουμε μια Ελλάδα της προόδου και της κοινωνικής συνοχής.

Όμως σήμερα, η χώρα βρίσκεται εγκλωβισμένη σε διπλό κλοιό πανδημίας και ακρίβειας.

Αλλά και εγκλωβισμένη από μια κυβέρνηση που έχει αποτύχει παταγωδώς στη διαχείριση των κρίσεων που μας ταλανίζουν και αδυνατεί να εκπέμψει στοιχειώδη εμπιστοσύνη που είναι το πιο σημαντικό στοιχείο σε μια περίοδο κρίσης.

Όπως γνωρίζετε, όμως, στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.

Γι΄ αυτό και ζήτησα να οδηγηθούμε στη μόνη ενδεδειγμένη δημοκρατική λύση: Τις εκλογές.

Ακριβώς για το λόγο που έκανε διστακτικό να ζητήσω το προηγούμενο διάστημα.

Γιατί πρωτεύον σήμερα είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της κοινωνικής συνοχής.

Αγαπητοί φίλοι,

Βρισκόμαστε σε μια περίοδο αλλαγών και μεταβάσεων στην οποία η Ελλάδα δεν μπορεί να απέχει. Δεν μπορεί να ρισκάρει να μείνει πίσω.

Ο τομέας της ψηφιακής οικονομίας, είναι ένας τομέας που βρίσκεται στην καρδιά των κυρίαρχων μεταβάσεων της εποχής μας: Της Πράσινης και της Ψηφιακής Μετάβασης.

Και το μεγάλο στοίχημα είναι η μετάβαση αυτή να είναι δίκαιη και συμπεριληπτική.

Να μην αφήσει κανέναν και καμία πίσω.

Να μη σταθεί αφορμή για την ακόμη μεγαλύτερη διεύρυνση των ανισοτήτων.

Εγώ θέλω να είμαι απέναντί σας απόλυτα ειλικρινής.

Μακριά από μένα η λογική της ισοπέδωσης.

Δε θα ισχυριστώ ότι στο τομέα της ψηφιακής πολιτικής δεν έγιναν σημαντικά βήματα τα τελευταία δυόμιση χρόνια.

Θα ισχυριστώ όμως ότι τα βήματα αυτά έγιναν πάνω στις ράγες και στις υποδομές που η προηγούμενη κυβέρνηση είχε φροντίσει παρά τη σκληρή περίοδο της δημοσιονομικής προσαρμογής, να θέσει.

Κάτι που προς τιμήν του έχει παραδεχτεί και δημοσίως ο ίδιος ο κ. Πιερρακάκης.

Στον τομέα των ψηφιακών όντως δεν υπήρξε «καμία διάθεση ρεβανσισμού» απέναντι στα έργα της προηγούμενης κυβέρνησης.

Και τα αποτελέσματα αυτής της «εξαίρεσης» νομίζω ήταν θετικά, σε αντίθεση βέβαια με τον «κανόνα» του ρεβανσισμού που καθόρισε τα περισσότερα έργα και πράξεις της σημερινής κυβέρνησης.

Σε κάθε περίπτωση, η πανδημία ήρθε ως επιταχυντής και καταλύτης, για να αναδείξει τη σημασία της Ψηφιακής Μετάβασης.

Όμως δεν αρκεί να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία αυτών των μεταβάσεων, για να προβλέψουμε ενδεχομένως την εξέλιξή τους.

Πρέπει να κατανοήσουμε κάτι ακόμα περισσότερο σημαντικό.

Ότι το κοινωνικό και οικονομικό σύστημα που επικράτησε το προηγούμενα χρόνια έχει δείξει τα όριά του.

Οι τελευταίες τέσσερις δεκαετίες χαρακτηρίστηκαν από διεύρυνση των κάθε είδους
ανισοτήτων (εισοδηματικών - κοινωνικών – περιφερειακών – εθνικών).

Η εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα και στις δημοκρατικές αξίες έχει κλονιστεί με αποτέλεσμα την άνοδο μισαλλόδοξων και ακροδεξιών πολιτικών δυνάμεων που εκμεταλλεύονται τις αλλεπάλληλες διαψεύσεις των προσδοκιών των χαμηλών και μεσαίων εισοδηματικά στρωμάτων.

Η ανάγκη αλλαγής πορείας είναι πλέον εμφανής σε όλο και περισσότερους ανά τον κόσμο.

Στις ΗΠΑ, ο Πρόεδρος Μπάιντεν δήλωσε πριν απο λίγους μήνες ότι «τα trickle-down economics» δεν "δούλεψαν"» αποκηρύσσοντας μια βασική αρχή του νεοφιλελευθερισμού - και το ίδιο έπραξε στη συνέχεια και ο πρωθυπουργός της Ιαπωνίας.

Επιπλέον, στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ, αποφασίστηκε από τη συντριπτική πλειοψηφία των κρατών, η φορολόγηση των πολυεθνικών εταιρειών με ελάχιστο
φορολογικό συντελεστή 15% προκειμένου να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα.

Ενώ οι περισσότερες χώρες ενισχύουν κατώτατο και μέσο μισθό με διάφορους τρόπους για να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις του πληθωρισμού.

Επομένως είναι κρίσιμο να δούμε την Πράσινη και Ψηφιακή Μετάβαση μέσα από το πρίσμα της μείωσης των ανισοτήτων, αν θέλουμε να έχουμε κοινωνίες με κοινωνική συνοχή, αν θέλουμε να έχουμε πραγματική ασφάλεια και ουσιαστική ευημερία.

Σε ό,τι μας αφορά, όπως σας είπα και στην αρχή της παρέμβασής μου, τη περίοδο της δικής μας διακυβέρνησης δώσαμε δείγματα γραφής καθώς παρά τις τρομακτικές οικονομικές δυσκολίες που διαχειριστήκαμε είχαμε στρατηγική κυβερνητική επιλογή την στροφή στην ψηφιακή μετάβαση:

- Πρώτα απ’ όλα ιδρύσαμε το Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, το οποίο εκπόνησε την Εθνική Ψηφιακή Στρατηγική 2016-2021

- Αποδεσμεύσαμε δισεκατομμυρία ευρώ από ευρωπαϊκούς πόρους για έργα ψηφιακού μετασχηματισμού

- Προχωρήσαμε τον ψηφιακό μετασχηματισμό του δημοσίου τομέα, με πιο εμβληματικά τα έργα Σύστημα Ηλεκτρονικής Διακίνησης Εγγράφων – ΣΗΔΕ & ΣΥΖΕΥΞΙΣ ΙΙ

- Εξορθολογήσαμε τα έργα Τεχνολογίας Πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ) τα οποία ήταν κατακερματισμένα και αναποτελεσματικά.

- Κατευθύναμε 800εκ € από το ΠΔΕ για ιδιωτικές επενδύσεις στο τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας

- Αυξήσαμε στο 1,2 % του ΑΕΠ τον προϋπολογισμό για έρευνα και καινοτομία.

Η σημερινή κυβέρνηση επαίρεται ότι το αύξησε στο 1,5% του ΑΕΠ το 2020, αλλά σε χρονιά που το ΑΕΠ μειώθηκε σχεδόν 10% σε σχέση με το 2019.

Δεν χρειάζεται να σας εξηγήσω τη λαθροχειρία εδώ, είστε - εξ αντικειμένου - καλοί στα μαθηματικά.

Η Ελλάδα όμως δεν έχει τη πολυτέλεια να κάνει απλώς σημαντικά βήματα προς τα εμπρός στον τομέα της ψηφιακής μετάβασης.

Ακριβώς γιατί βρίσκεται ήδη πολλά βήματα πίσω.

Σε μια ΕΕ που ορθώς θέτει πολύ ψηλά σήμερα την Ψηφιακή ατζέντα και επιχειρεί να πρωταγωνιστήσει διεθνώς στον ψηφιακό μετασχηματισμό, αξιοποιώντας το υλικό και άυλο κεφάλαιο που διαθέτει.

Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα και από τις πολιτικές που προωθούνται σε Ευρωπαϊκό επίπεδο:

Με το σχέδιο της Κομισιόν «Ψηφιακή Πυξίδα 2030» περιγράφονται άξονες και μετρήσιμοι στόχοι οι οποίο αντιστοιχούν στους επί μέρους δείκτες που συνιστούν τον συνολικό δείκτη της Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (Digital Economy and Society Index — DESI)

Και φυσικά υπάρχουν και οι συνοδευόμενοι πόροι για αυτό, καθότι το 20% των κονδυλίων του Ταμείου

Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, πρέπει να κατευθυνθεί στην ψηφιακή μετάβαση ενώ και στο νέο ΕΣΠΑ 2021-2027 προβλέπεται ξεχωριστό τομεακό πρόγραμμα και χρηματοδότηση ύψους σχεδόν 1 δις ευρώ.

Πρόκειται για μια σημαντική ευκαιρία για τη χώρα που δεν πρέπει να αφήσουμε να πάει χαμένη.

Που βρισκόμαστε όμως σήμερα ως χώρα;

H δημοσιοποίηση στις 12 Νοεμβρίου του δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας, DESI 2021, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που παρακολουθεί την ψηφιακή πρόοδο των κρατών-μελών, δεν αφήνει περιθώρια ούτε για πανηγυρισμούς ούτε για εφησυχασμό.

Σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής, η Ελλάδα κατατάσσεται 3η από το τέλος (25 στους 27) στην Ε.Ε. στον γενικό δείκτη DESI 2021 για το έτος 2020, ξεπερνώντας μόνο τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.

Προφανώς η υστέρηση της χώρας είναι διαχρονική.

Αλλά εδώ συμβάλλει και η ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης που αποτυγχάνει στο μέτωπο των υποδομών.

Γνωρίζετε ότι διαθέτουμε το ακριβότερο ίντερνετ στην Ευρώπη και μάλιστα, με πολύ χαμηλές ταχύτητες.

Κάτι που θα είχε σίγουρα βελτιωθεί αν προχωρούσαν εμβληματικά έργα που είχαμε δρομολογήσει, με χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό της Ευρυζωνικότητας:

Έχουν περάσει περισσότερα από δύο χρόνια, και το έργο του Ultra Fast Broadband είναι ακόμα εκεί που το αφήσαμε το 2019. Έργο, προϋπολογισμού 870 εκατ, μια τεράστια επένδυση ΣΔΙΤ που θα συνέβαλε καθοριστικά στην απεξάρτηση από το χαλκό.

Άλλα οι ευθύνες της κυβέρνησης δεν σταματούν μόνο στις υποδομές:

Δεν φρόντισε να ασχοληθεί με το ζήτημα των ανισοτήτων στην πρόσβαση σε τεχνολογικό εξοπλισμό και συνδέσεις, καθώς στην πράξη χιλιάδες μαθητές που δεν είχαν ίντερνετ ή εξοπλισμό, αποκλείστηκαν από την τηλεκπαίδευση.

Δε φρόντισε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το ζήτημα της ψηφιακής έκδοσης συντάξεων.

Δυόμισι χρόνια τώρα, όχι μόνο δεν το έλυσαν το πρόβλημα, αλλά 4πλασίασαν τις εκκρεμότητες, καθυστερώντας δραματικά την ολοκλήρωση του σχετικού έργου ΕΣΠΑ του ΣΥΡΙΖΑ.

Επίσης οι σχετικές δράσεις ύψους 1,2 δις του Ταμείου Ανάκαμψης για απόδοση ψηφιακών δεξιοτήτων, δόθηκαν χωρίς καμία διαβούλευση στο Υπουργείο Εργασίας, το οποίο θα προχωρήσει σε αμφιβόλου ποιότητας προγράμματα κατάρτισης, παρόλο είναι ακόμα νωπό το σκάνδαλο του εν λόγω Υπουργείου, με τα προγράμματα «ΣΚΟΙΛ ΕΛΙΚΙΚΟΥ».

Στις τηλεπικοινωνίες, οι πάροχοι ουσιαστικά λαμβάνουν ξανά πίσω τα χρήματα που έδωσαν στο κράτος κατά τη δημοπρασία για το φάσμα συχνοτήτων του 5G, μέσω συνεργασιών τους με τη διαχειριστική εταιρεία του ταμείου Φαιστός, που την έβαλαν θυγατρική του υπερταμείου, κάτι για το οποίο είχαμε προειδοποιήσει αλλά δεν εισακουστήκαμε.

Και τέλος, δυστυχώς η κυβέρνηση λειτούργησε ως dealer των προσωπικών δεδομένων των πολιτών, ακόμα και αυτών που έχουν να κάνουν με την Υγεία, όπως αποδείχθηκε με τις περιπτώσεις των συμβάσεων με τις PALANTIR και CISCO.

Φίλες και φίλοι,

Η υπόθεση της ψηφιακής μετάβασης απαιτεί αποτελεσματικότητα και σχέδιο και για το λόγο αυτό έχουμε καταθέσει τη δική μας εναλλακτική πρόταση για την ψηφιακή μετάβαση με δικαιοσύνη και συμπεριληπτικότητα την οποία εμπλουτίζουμε συνεχώς.

Στοιχεία αυτής είναι:

Πρώτον, η χώρα να μη λειτουργήσει ως απλός καταναλωτής έτοιμων ψηφιακών υπηρεσιών και λύσεων

που θα αγοραστούν απ’ έξω αυξάνοντας τα εμπορικά ελλείμματα, αλλά να βασιστεί σε όσο μεγαλύτερο ποσοστό γίνεται στην εγχώρια προστιθέμενη αξία.

Δεύτερον, να δοθεί προτεραιότητα στο ψηφιακό Δημόσιο με ουσιαστικές ενέργειες απλοποίησης των διαδικασιών. Δεν πρέπει δηλαδή απλά να ψηφιοποιούμε τη γραφειοκρατία.

Να πω ένα απλό παράδειγμα για να γίνει αυτό κατανοητό:

Είναι αδιανόητο ότι μετά από τόσους μήνες πανδημίας, η χώρα δεν έχει επενδύσει σε ένα σοβαρό και αξιόπιστο δίκτυο τηλεϊατρικής.

Συγκεκριμένα, στην εγκατάσταση μιας πλατφόρμας τηλεϊατρικής που θα περιλαμβάνει ηλεκτρονικά εργαλεία εκτίμησης της βαρύτητας της νόσου, του κινδύνου επιδείνωσης της νόσου και την χορήγηση θεραπειών εγκεκριμένων φαρμάκων σύμφωνα με τις διεθνείς και εθνικές κατευθυντήριες οδηγίες.

Ένα σχέδιο δηλαδή στο οποίο η τεχνολογία συμβάλλει έμπρακτα στο να αντιμετωπιστεί το κεφαλαιώδες πρόβλημα της έλλειψης ουσιαστικής πρωτοβάθμιας φροντίδας που οδηγεί στην συμφόρηση των νοσοκομείων.

Προφανώς υπάρχουν περιστατικά που χρειάζονται άμεση φροντίδα, αλλά υπάρχουν πολλές περιπτώσεις ασθενών που προσβλήθηκαν από covid και οι οποίοι χρειάστηκε να παραμένουν στο σπίτι χωρίς καμία βοήθεια, μέχρι να αρρωστήσουν βαριά και να χρειαστούν νοσηλεία.

Να το πω απλά:

Το κράτος δεν μπορεί να είναι το καταφύγιο έσχατης διαφυγής για έναν ασθενή.

Η πολιτεία οφείλει να έχει διαρκή μέριμνα, αξιοποιώντας και την τεχνολογία, ώστε να μεριμνά και να προστατεύει την υγεία κάθε πολίτη σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο.

Τρίτον, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τον ψηφιακό αναλφαβητισμό, με πολιτικές που στοχεύουν κυρίως στο να βοηθήσουμε εκείνους που λόγω μεγαλύτερης ηλικίας και παραστάσεων, δυσκολεύονται περισσότερο να προσαρμοστούν.

Τέταρτον, πρέπει να δώσουμε έμφαση στην Ενίσχυση της Πολιτικής Προστασίας, όχι με επικοινωνιακά σόου αλλά με τεχνολογικά μέσα για την επιτήρηση και πρόληψη φυσικών καταστροφών και των ακραίων φαινομένων της κλιματικής αλλαγής.

Πέμπτον, η ψηφιακή μετάβαση πρέπει να είναι συνολική και αποκεντρωμένη, άρα να δώσουμε έμφαση και στην ενίσχυση της τοπικής αυτοδιοίκησης ώστε να ενσωματώσουν στις πολιτικές τους, νέα ψηφιακά εργαλεία στην καθημερινότητα όπως οι έξυπνες πόλεις.

Έκτον, είναι ζωτικής σημασίας να προχωρήσουμε σε επενδύσεις για την ενίσχυση των ψηφιακών υποδομών, με άξονες:

Την επέκταση του δικτύου οπτικών ινών σε νησιά και λοιπές απομακρυσμένες περιοχές ώστε να καλυφθεί το 100% της ελληνικής επικράτειας.

Τη μετάβαση στα ασύρματα δίκτυα πέμπτης γενιάς (5G). Στοχευμένα οι δημόσιοι πόροι να κατευθυνθούν στην επέκταση του ασύρματου δικτύου 5G στους βασικούς ευρωπαϊκούς μεταφορικούς διαδρόμους (στο διευρωπαϊκό δίκτυο μεταφορών της χώρας) προκειμένου να στηριχθεί το εγχώριο παραγωγικό σύστημα και οι μεταφορές.

Την επιδότηση υποδομών οπτικών ινών σε κατοικίες και επαγγελματικούς χώρους, με στόχο την ενίσχυση της ζήτησης και την επιτάχυνση των αντίστοιχων ιδιωτικών επενδύσεων.

Το έβδομο σημείο αλλά αφορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Η σημερινή κυβέρνηση περιορίζεται στην ενίσχυση της προσφοράς των ψηφιακών προϊόντων με κυρίως ωφελούμενες τις πολυεθνικές επιχειρήσεις του κλάδου, ενώ αποκλείει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα αποτελεί το 95% των ελληνικών επιχειρήσεων και χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο πλέγμα δράσεων για την ενίσχυσή τους, με επίκεντρο:

Την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων μέσω εξειδικευμένων χρηματοδοτικών εργαλείων της Αναπτυξιακής Τράπεζας με ειδικά κίνητρα για τη δημιουργία clusters, συνεργειών και συνεργασιών.

Το μόνιμο και σταθερό πλέγμα χρηματοδοτικών και φορολογικών κινήτρων για επενδύσεις μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε νέες τεχνολογίες και χρηματοδότηση της έρευνας και καινοτομίας τους - δηλαδή, ψηφιακό εξοπλισμό, λογισμικό και εκσυγχρονισμό διαδικασιών προκειμένου να ανταποκριθούν οι ΜΜΕ στις απαιτήσεις του διεθνούς ανταγωνισμού και να αυξήσουν την παραγωγικότητά τους.

Κυρίες και κύριοι,

Επιτρέψτε μου να κλείσω λέγοντας ότι πρέπει να δούμε όλη αυτή την πρόκληση της Ψηφιακής Μετάβασης με δύο τρόπους:

Να την αξιοποιήσουμε ως ευκαιρία άλματος της οικονομίας την οποία δεν πρέπει να χάσει η χώρα μας για άλλη μια φορά.

Να αποφύγουμε τον κίνδυνο η ψηφιακή μετάβαση να γίνει αιτία για περισσότερες ανισότητες.

Αντίστροφα να αξιοποιήσουμε τις ψηφιακές δυνατότητες για περισσότερη ισότητα, για την πρόσβαση όλων στα κοινά αγαθά στο κοινωνικό κράτος, με αξιοπρέπεια και υψηλό επίπεδο ποιότητας.

Γιατί ο ψηφιακός τομέας είναι κινητήρια δύναμη για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου το οποίο θα βασίζεται σε μια οικονομία υψηλής προστιθέμενης αξίας, θα βασίζεται στην αξία του ανθρώπινου δυναμικού και ιδιαίτερα στις νέες και τους νέους.

Θα δίνει λοιπόν αξία στην εργασία τους θα δημιουργεί ευκαιρίες για να γίνουν πραγματικότητα οι ιδέες τους και οι πρωτοβουλίες τους.

Γιατί αυτοί αποτελούν τον κύριο φορέα της καινοτομίας, των νέων τεχνολογιών και της ψηφιακής οικονομίας. Δεν μπορεί λοιπόν, να στοχεύουμε σε μια οικονομία χαμηλού κόστους, χαμηλών μισθών και επομένως χαμηλών προσδοκιών γενικά και ειδικά στον ψηφιακό τομέα.

Δεν μπορούμε τελικά, να στοχεύουμε σε μια Ελλάδα χαμηλών προσδοκιών.

Αλλά σε μια Ελλάδα σύγχρονη, ισχυρή, με αυτοπεποίθηση και σχέδιο για την επόμενη μέρα, για τις προκλήσεις της νέας εποχής.

Σας ευχαριστώ και καλή επιτυχία στις εργασίες του Forum σας.

Παρατηρήσεις: Πηγή: ΣΕΠΕ - 20 Δεκεμβρίου 2021

Στην ίδια κατηγορία