Γυρίστηκε με RED HELIUM 8K: The Irishman.

Ο χρόνος και η μνήμη αποδίδονται με την ακριβή προσομοίωση του φιλμ και την πρωτοποριακή εργασία με VFX κάμερα από τον Rodrigo Prieto ASC, AMC για το διάσημο έπος εγκλήματος και τιμωρίας του Martin Scorsese. Η επική γκανγκστερική ταινία The Irishman (Ο Ιρλανδός) του Martin Scorsese είναι ένας διαλογισμός για το πέρασμα του χρόνου και μάλιστα για τη μνήμη των γεγονότων, όπως τα θυμάται ο Frank Sheeran, ένας παλαίμαχος που υποδύθηκε ο Robert De Niro.



Ο Rodrigo Prieto ASC, AMC, που ήταν τρεις φορές υποψήφιος για Βραβείο Oscar, αντιμετώπισε δύο προκλήσεις ως προς τη μεταφορά της ιδέας στην οθόνη. Έπρεπε να βρει έναν τρόπο οριοθέτησης της οπτικής των διαφορετικών δεκαετιών (του χρονικού διαστήματος της ιστορίας) και ταυτόχρονα να παλέψει με τα οπτικά εφφέ που απαιτούνταν για την μεταμόρφωση της εμφάνισης των πρωταγωνιστών.

{Δείτε στην Image Gallery συγκεντρωμένες όλες τις φωτογραφίες που ανήκουν στο Netflix, όπως πάντα στο τέλος της ανάρτησής μας και για λίγες ημέρες στο τέλος της Home/Front Page}

“Προσπαθήσαμε σκληρά να αφηγηθούμε την ιστορία από την άποψη του Sheeran και να δώσουμε στο κοινό την αίσθηση των δικών τους αναμνήσεων και ζωών,” εξηγεί ο Prieto. “Έχοντας διαβάσει το σενάριο και το βιβλίο ένιωσα πως για την αναπαράσταση του χρόνου που προχωρά πιο κατάλληλο για την υφή αυτής της κινηματογραφικής ταινίας θα ήταν το φιλμ (αρνητικό). Ο Scorsese δημιούργησε την αναφορά ως προς την patina των home movies, αλλά αυτή η ταινία δεν ήθελε να μοιάζει με Super 8 ή 16mm και ως εκ τούτου αυτό ξεκίνησε την όλη διαδικασία της αναζήτησης του τρόπου που θα επιτευχθεί η αίσθηση της μνήμης.”
Ταυτόχρονα ο Prieto ξεκίνησε τις συζητήσεις με τον Υπεύθυνο των Οπτικών Εφφέ (VFX Supervisor) της ταινίας, τον Pablo Helman της ILM, σχετικά με τις διαδικασίες της ψηφιακής αντιγήρανσης των ηθοποιών, συμπεριλαμβανομένων των De Niro, Al Pacino και Joe Pesci.
Σύμφωνα με την ενημέρωση που είχαμε από τον Σκηνοθέτη, έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος να κινηματογραφήσουμε την ερμηνεία των ηθοποιών δίχως καμία από τις συμβατικές παρεμβατικές κινηματογραφικές τεχνικές όπως facial tracking markers, head-mounted κάμερες, ή επαναλαμβανόμενες ερμηνείες σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον.
“Η ερμηνεία των ηθοποιών έπρεπε να καταγραφεί στο σκηνικό καθώς αλληλεπιδρούσαν μεταξύ τους και υπό τον φωτισμό του σκηνικού,” αναφέρει ο Prieto.

Ο Helman απέδειξε στον Σκηνοθέτη και στον Διευθυντή Φωτογραφίας του (DP) την αξία της προτεινόμενης λύσης της ILM, με μία σκηνή από την Ταινία Goodfellas του Scorsese να ερμηνεύεται ξανά από τον 74-χρονο De Niro και εν συνεχεία να παρέχεται διαδικασία αντιγήρανσης ώστε να μοιάζει όπως ήταν στα σαράντα του.
“Η ιδέα λειτούργησε εξαιρετικά καλά, αλλά απαιτούσε συγχρονισμό των κλείστρων της βασικής κάμερας και των δύο witness καμερών,” εξήγησε ο Prieto. “Συγχρονισμός του κλείστρου είναι πραγματικά δύσκολο να επιτευχθεί γυρίζοντας με φιλμ, ενώ επιπλέον απαιτούσε από τις witness κάμερες να κινούνται σε συμφωνία με τη βασική κάμερα. Έπρεπε να λειτουργούν ιδανικά ως να ήταν η ίδια κεφαλή κάμερας. Αμφότερα ζητήματα εμπόδιζαν το γύρισμα με φιλμ.”
Απλός δρόμος θα ήταν το γύρισμα ψηφιακά και η προσθήκη κόκκου για την επίτευξη της επιθυμητής οπτικής, αλλά ο Prieto ένιωσε έντονα πως μόνον το φιλμ (αρνητικό) θα απέδιδε την ηχώ της μνήμης που απαιτούσε η ιστορία.
“Όλο το τελευταίο μέρος της ιστορίας δεν απαιτούσε τη διαδικασία αντιγήρανσης, αλλά το αντίθετο,” δηλώνει ο ίδιος. “Επρόκειτο να χρησιμοποιήσουμε make-up και άλλα προσθετικά για να κάνουμε τους ηθοποιούς να φαίνονται γηραιότεροι. Γνώριζα πως ήθελα να διατηρήσω τα χαρακτηριστικά του φίλμ και να προσθέσω επιπλέον κόκκο σε αυτό το τμήμα και δεν σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να το επιτύχω στο post.”
Καταλήγοντας ότι θα γυρίζαμε ψηφιακά τις σκηνές με τα Οπτικά Εφφέ και με φιλμ 35mm το άλλο μισό της ταινίας, κατέστη εξαιρετικά σημαντικό να εξασφαλίσουμε την απρόσκοπτη μετάβαση μεταξύ των δύο επιλογών.
“Δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν υποχωρήσεις,” δηλώνει ο ίδιος. “ Πρέπει να υφίσταται η συνέχεια της υφής.”



Για την ταινία The Irishman η έρευνα του Prieto τον οδήγησε στην εξομοίωση της κλασσικής στατικής φωτογραφίας από τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, μία ιδέα που άρεσε στον Scorsese, την οποία διερεύνησε περαιτέρω ο Prieto με τους επιστήμονες του χρώματος (color scientists) Philippe Panzini της Codex και Matt Tomlinson της Harbor Picture Co. Αυτοί ακολούθησαν τους χημικούς της Kodak που δημιούργησαν τις αρχικές emulsions για Kodachrome και Ektachrome.
“Πήγαμε αρκετά βαθιά για να κατανοήσουμε πόσο διαφορετικά χρώματα επιτεύχθηκαν και πως αντιδρούσαν και μεταβάλλονταν μόλις προβάλλονταν ή εκτυπώνονταν η εικόνα. Με βάση αυτό δημιουργήσαμε μία σειρά από LUTs που ο Matt εφάρμοσε στο φιλμ. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα για να καθορίσουμε την οπτική της ταινίας."

Το επόμενο βήμα ήταν η ανεύρεση μίας ψηφιακής κάμερας που θα ταιριάζει στα LUTs. Ο Prieto δοκίμασε κάποια διαφορετικά συστήματα γυρίζοντας στο ίδιο set up με φιλμ, με τις επιλογές του ως προς το φιλμ (Kodak 500T 5219 για βραδινά γυρίσματα και 250D 5207 για τις ημερήσιες σκηνές), όσο και ψηφιακά.
“Ζήτησα από το καλλιτεχνικό τμήμα να μας παρέχει ζωγραφισμένες επιφάνειες (panels) με τα χρώματα της παραγωγής, κάποια με ταπετσαρία και κάποια με ύφασμα. Επίσης, γύρισα stand-ins και εν συνεχεία τους ηθοποιούς με τα κοστούμια τους, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, από τις ίδιες γωνίες, με τον ίδιο φωτισμό και εφάρμοσα το LUT. Ήταν ο αισθητήρας RED HELIUM που ακολουθούσε καλύτερα το LUT και μου παρείχε την ίδια αναπαραγωγή χρώματος που χρειαζόμουν για τις λήψεις με φιλμ και ψηφιακά.”
Με LUTs εξομοίωσης Kodachrome και Ektachrome για τις δεκαετίες 1950 και 1960, ο Prieto εφάρμοσε bleach bypass process (ονομάζονταν ENR στις αρχές της δεκαετίας του 1970) ώστε να ελέγξει τον αποχρωματισμό. Το αποτέλεσμα ήταν η καλύτερη προσέγγιση και η μεγαλύτερη κάθοδος ως προς την εποχή και συνεπώς η σημαντική διαφορά ως προς τη μεταγενέστερη περίοδο της ιστορίας, προσφέροντας μικρότερο κορεσμό των χρωμάτων και περισσότερη αντίθεση.

“Επιθυμούσα να δημιουργήσω μία οπτική στην ταινία που θα ήταν το αντίθετο του χρωματικού κορεσμού του Kodachrome. Καθώς το αφηγηματικό τόξο της ταινίας αλλάζει, αποβάλλουμε το χρώμα και αυτό τονίζεται ακόμα περισσότερο όταν ο Sheeran κάνει τη δυσκολότερη δουλειά στην επαγγελματική σταδιοδρομία του."
Όλα τα LUTs εφαρμόστηκαν για τα dailies, καθώς και για το τελικό DI, για τα γυρίσματα με φιλμ (αρνητικό) και για το footage από RED HELIUM.
Το VFX rig ολοκληρώθηκε μέσα από μία σειρά δοκιμών και σφαλμάτων. Οι Witness κάμερες τοποθετήθηκαν σε έκαστη πλευρά της κάμερας RED DSMC2 του director (με φακούς Cooke Panchro/i Classic και με φακούς υψηλής ταχύτητας της Zeiss) για την παροχή stereo απόψεων του προσώπου του ηθοποιού. Έκαστη witness κάμερα διαμορφώθηκε έχοντας απομακρύνει το φίλτρο υπερύθρων {infrared (IR) filter} έτσι ώστε ο αισθητήρας να μπορεί να γράφει μόνον τον υπέρυθρο φωτισμό. Ένα δακτύλιος από LEDs γύρω από τον φακό παρείχε υπέρυθρο φωτισμό στα πρόσωπα των ηθοποιών προς αντιμετώπιση των ακούσιων σκιών, διατηρώντας τις αόρατες στην κάμερα της παραγωγής και στους ηθοποιούς.
Ο Prieto εξηγεί, “η διαδικασία παρείχε ένα πλήρες σύνολο δεδομένων για κάθε κάδρο έκαστης ερμηνείας, καθώς και για το σύνολο του φωτισμού του σκηνικού, αλλά και των θέσεων των καμερών που θα μπορούσε να ήταν χρήσιμα στο post.”
Ύστερα από κάθε λήψη φωτογράφιζαν μία σφαίρα καθρέπτη, μία γκρί σφαίρα και έναν έγχρωμο πίνακα και εν συνεχεία ένα scanner Lidar τοποθετούσε το πρόσωπο του ηθοποιού εκεί ακριβώς που έπρεπε να ήταν. Κατέγραφαν το περιβάλλον κατά 360-μοίρες με bracketed-exposure για υψηλή δυναμική περιοχή (high dynamic range) και τροφοδοτούσαν τα δεδομένα μαζί με την IR πληροφορία στη ροή εργασίας των Οπτικών Εφφέ της ILM.



“Η ILM κατάφερε να αναπαράγει τον φωτισμό του σκηνικού στους υπολογιστές της με απίστευτη ακρίβεια,” θυμάται ο Prieto. “Στο DI, μπορούσαμε να εναλλασσόμαστε μεταξύ ψηφιακής εικόνας και τελικής εικόνας και ο φωτισμός ήταν ακριβέστατος. Αυτό ήταν αξιοθαύμαστο.”

Το set up με τις τρεις κάμερες έπρεπε να είναι αρκετά ελαφρύ ώστε να μεταφέρεται σε οποιοδήποτε είδος rig, γερανού ή κεφαλής που επιθυμούσαν ο Prieto ή ο Scorsese. Δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν περιορισμοί. Αυτό περιλάμβανε τη δυνατότητα απομάκρυνσης των witness καμερών και την τοποθέτηση τους στο πάνω μέρος της κάμερας της RED αν το υπαγόρευε η λήψη μίας σκηνής, για παράδειγμα η λήψη απέναντι από μία κολώνα. Ακόμη και τότε, το rig με τις τρεις κάμερες αποδείχθηκε ιδιαιτέρως βαρύ για το Steadicam, γι 'αυτό χρειάστηκε να αξιοποιηθεί μία εκδοχή με δύο κάμερες, με τη δεύτερη witness κάμερα τοποθετημένη ανεξάρτητα ώστε να ολοκληρωθεί η τριγωνισμός του ηθοποιού σε 3D χώρο. Επίσης, έτσι εξασφαλίστηκε ότι το πλάτος του rig θα μπορούσε να περάσει από τυποποιημένα πλαίσια πορτών.

“Δεδομένου ότι ο Scorsese θέλει να γυρίζει τις σκηνές διαλόγου με δύο και κάποιες φορές με τρεις κάμερες ταυτόχρονα, αυτό μας παρείχε την πρόκληση της τοποθέτησης έξι ή κάποιες φορές εννέα σωμάτων κάμερας σαν να μη βρίσκονταν στη λήψη.”
Τόσο ως προς τις τεχνικές εξομοίωσης του φιλμ, όσο και ως προς τα πρωτοποριακά Οπτικά Εφφέ, η ταινία The Irishman αποτελεί ένα αριστούργημα της ελεγχόμενης αφήγησης.

“Όλα σχεδιάστηκαν για να διευκολύνουν το καλλιτεχνικό περιεχόμενο και προκειμένου η ταινία να γυριστεί ελεύθερα επιτρέποντας οποιαδήποτε καλλιτεχνική πρόθεση από την πλευρά του Scorsese, ή τη δική μου,” είπε ο Prieto. “Η γλώσσα της κάμερας σχεδιάστηκε για να εισάγει το κοινό στην άποψη του Frank Sheeran. Είναι ένας μεθοδικός άνθρωπος. Για εκείνον η δολοφονία είναι μία δουλειά. Πρόκειται για την αποτελεσματικότητα και ως εκ τούτου η κάμερα συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο. Αποφύγαμε οποιεσδήποτε ειδικές κινήσεις της κάμερας. Αντιθέτως, απλά συνθέταμε μετωπικές κορνίζες και απλές όψεις ακολουθώντας, για παράδειγμα, ένα αυτοκίνητο με τέλειο προφίλ. Κάποιες φορές η κάμερα είναι στατική. Όπως είπε ο Scorsese, ο χαρακτήρας του Sheeran κινείται σαν ρολόι. Ακόμη, επαναλάβαμε την ίδια γωνία και τύπο λήψης σε διαφορετικά μέρη της ταινίας.”
Για τον Prieto, βραβευμένο με BAFTA και υποψήφιο για Βραβείο της Ακαδημίας ASC, μεταξύ άλλων, το έργο του στην ταινία The Irishman αποτέλεσε ένα επίτευγμα εξαιρετικά ικανοποιητικό. “Έπρεπε να ανακαλέσω όλα όσα έμαθα και όλη μου την εμπειρία. Ήταν σαν να αντιμετώπιζα ένα τελικό διαγώνισμα κάθε μέρα.”
Ένα μεγάλο ευχαριστώ από τη RED Digital Cinema στον Rodrigo Prieto, που επέτρεψε στη RED να μοιραστεί την εμπειρία behind the scenes της ταινίας The Irishman.

Η λύση HELIUM είναι διαθέσιμη ως modular DSMC2 ή ως σύστημα όλα-σε-ένα RANGER.

DSMC2 HELIUM 8K S35


35,4 Megapixel CMOS Αισθητήρας
29,90mm x 15,77mm (Διαγώνιος: 33,80mm)
60fps σε 8K Full Format (8192 × 4320)
75 fps σε 8K 2,4:1 (8192 × 3456)

RANGER HELIUM 8K S35


35,4 Megapixel CMOS Αισθητήρας
29,90mm x 15,77mm (Διαγ.: 3380mm)
60 fps σε 8K Full Format (8192 × 4320)
75fps σε 8K 2,4:1 (8192 × 3456)

Φωτογραφίες με άδεια από Netflix.

Πληροφορίες: www.red.com & CALPRO ΙΚΕ
* Μεταπωλητής Ελλάδος

Παρατηρήσεις: Δελτίο Τύπου - RED DIGITAL CINEMA - Φεβρουάριος 2020

Στην ίδια κατηγορία