ΕΣΡ: Δεν Εγκρίνεται η Επανεγγραφή του Ρ/Φ Σταθμού ΡΑΔΙΟ ΣΥΝΟΡΑ Ν. Κιλκίς στο Μητρώο Νομίμως Λειτουργούντων Ραδιοφωνικών Επιχειρήσεων.

Διαβάστε ακολούθως την Απόφαση 71/2022 της Ανεξάρτητης Αρχής:



Η Ολομέλεια του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου, συνήλθε σε συνεδρίαση στον συνήθη γι’ αυτό τόπο την 22.2.2022 και ώρα 11:00 προκειμένου να συζητήσει επί της κατωτέρω υποθέσεως.

Συγκροτήθηκε από τους: Αθανάσιο Κουτρομάνο, πρόεδρο, Ευτέρπη Κουτζαμάνη-Δρίλια, αντιπρόεδρο, και (με τηλεδιάσκεψη μέσω «epresence.gov.gr») τα μέλη: Καλλιόπη Διαμαντάκου, Βασίλειο Καραποστόλη, Νικόλαο Κιάο, Ευαγγελία Μήτρου, Γεώργιο Σαρειδάκη και Σωκράτη Τσιχλιά. Απόν το μέλος Γεώργιος Πλειός, ο οποίος είχε κληθεί νομίμως. Χρέη γραμματέως εκτέλεσε η Αναστασία Μαραζίδου, διοικητική υπάλληλος του ΕΣΡ.

Αντικείμενο της συζήτησης ήταν η εξέταση της με αριθμό πρωτοκόλλου 4338/27.7.2021 αίτησης θεραπείας του ιδιώτη ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΜΑΣΜΑΝΙΔΗ, ιδιοκτησιακού φορέα του ραδιοφωνικού σταθμού ΡΑΔΙΟ ΣΥΝΟΡΑ Νομού Κιλκίς, με την οποία ζητεί να ανακληθεί η με αριθμό 53/2021 απόφαση του ΕΣΡ και να επανεγγραφεί ο σταθμός του στο Μητρώο των νομίμως λειτουργούντων ραδιοφωνικών επιχειρήσεων του ΕΣΡ.

Για τον έλεγχο σχηματίστηκε φάκελος με αριθμό 292/8.9.2021 που ανατέθηκε στον ειδικό επιστήμονα-νομικό Γεώργιο Αναγνωσταρά, ο οποίος ανέπτυξε προφορικά την εισήγησή του.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης παρέστη για λογαριασμό του αιτούντος ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Πέτρος Φραϊδάκης. Ερωτηθείς από τον Πρόεδρο, ο Δικηγόρος δήλωσε ότι γνωρίζει το περιεχόμενο του φακέλου, έλαβε δε τον λόγο και ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του.

Ζήτησε στη συνέχεια -και η Ολομέλεια δέχτηκε- να του παρασχεθεί προθεσμία για την κατάθεση εγγράφου υπομνήματος μέχρι και την 8.3.2022, ώρα 14.00, και η συζήτηση κηρύχθηκε περαιωμένη. Ο σταθμός κατέθεσε στη Γραμματεία το με αριθμό πρωτοκόλλου 1237/8.3.2022 υπόμνημα.

Την 28.3.2022 και ώρα 11.00 η Ολομέλεια συνήλθε σε διάσκεψη επί της υποθέσεως, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου. Συγκροτήθηκε από τους: Αθανάσιο Κουτρομάνο, πρόεδρο, Ευτέρπη Κουτζαμάνη-Δρίλια, αντιπρόεδρο, και (με τηλεδιάσκεψη μέσω «epresence.gov.gr») τα μέλη: Καλλιόπη Διαμαντάκου, Βασίλειο Καραποστόλη, Νικόλαο Κιάο, Ευαγγελία Μήτρου, Γεώργιο Σαρειδάκη και Σωκράτη Τσιχλιά. Από το μέλος Γεώργιος Πλειός, ο οποίος είχε κληθεί νομίμως. Χρέη γραμματέως εκτέλεσε η Αναστασία Μαραζίδου, διοικητική υπάλληλος του ΕΣΡ. Παρέστη επίσης και ο ανωτέρω εισηγητής, ο οποίος ανέπτυξε το ζήτημα προφορικώς και αποχώρησε. Η Ολομέλεια, αφού μελέτησε το σύνολο των στοιχείων του φακέλου.

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΩΣ ΕΞΗΣ

Ι. Νομικό Μέρος

Κατά το άρθρο 20 του Συντάγματος:

1) Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει.

2) Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του». Κατά το άρθρο 10 παρ. 1 του Συντάγματος: «Καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα, τηρώντας τους νόμους του Κράτους, να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να ενεργούν σύντομα κατά τις κείμενες διατάξεις και να απαντούν αιτιολογημένα σε εκείνον που υπέβαλε την αναφορά, σύμφωνα με το νόμο». Κατά το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος: «Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. Ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως νόμος ορίζει. Ο άμεσος έλεγχος του Κράτους ... έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων καθώς και προϊόντων του λόγου κα της τέχνης, την εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας, καθώς και τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας ...». Κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του Ν.2863/2000: «Οι αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης ... αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις ... Κατά των αποφάσεων του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης μπορεί να ασκηθούν αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς και οι προβλεπόμενες στο Σύνταγμα και τη 3 νομοθεσία διοικητικές προσφυγές ... ». Τέλος, κατά το άρθρο 24 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν.2690/1999): «Αν από τις σχετικές διατάξεις δεν προβλέπεται η δυνατότητα άσκησης της, κατά το επόμενο άρθρο, ειδικής διοικητικής ή ενδικοφανούς προσφυγής, ο ενδιαφερόμενος, για την αποκατάσταση υλικής ή ηθικής βλάβης των εννόμων συμφερόντων του, που προκαλείται από ατομική διοικητική πράξη μπορεί, για οποιονδήποτε λόγο, με αίτησή του, να ζητήσει, είτε από τη διοικητική αρχή η οποία εξέδωσε την πράξη, την ανάκληση ή την τροποποίησή της (αίτηση θεραπείας), είτε, από την αρχή η οποία προΐσταται εκείνης που εξέδωσε την πράξη, την ακύρωσή της (ιεραρχική προσφυγή)».

Από τον συνδυασμό και τη λογική ερμηνεία των ρυθμίσεων αυτών συνάγονται τα ακόλουθα:

(Α) Ότι το πρόσωπο, για το οποίο εκδόθηκε βλαπτική των συμφερόντων του απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και το οποίο (εκλήθη και) έλαβε κανονικά μέρος στη σχετική διαδικασία και ανέπτυξε τους υπερασπιστικούς του ισχυρισμούς (ή-πάντως-του δόθηκε η δυνατότητα να εκθέσει τις επί της υποθέσεως απόψεις του αλλά δεν το έπραξε), δύναται μεν να υποβάλει αναφορά, κατά το άρθρο 10 του Συντάγματος (την οποία το ΕΣΡ υποχρεούται να παραλάβει) δεν δικαιούται όμως να ζητήσει την ουσιαστική επανάκριση του ίδιου ζητήματος και την ανάκληση ή τροποποίηση της εις βάρος του αποφάσεως, παρά μόνον:

(α) Εάν επικαλείται νομικό ή ουσιαστικό σφάλμα αυτής που θεμελιώνεται σε (νομικώς ουσιώδη) νέα δεδομένα, ήτοι δεδομένα που διαμορφώθηκαν ή κατέστησαν γνωστά στο βλαπτόμενο πρόσωπο μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας στην οποία στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (διοικητική πράξη) και τα οποία ως εκ τούτου δεν ήταν δυνατόν να προσκομισθούν και να ληφθούν υπόψιν από το κρίναν όργανο της υποθέσεως.

(β) Εάν το επικαλούμενο (βλαπτικό για τον αιτούντα) σφάλμα προκύπτει από την ίδια την διοικητική πράξη.

(Β) Ότι η τυχόν αίτηση που υποβάλλεται, εκ μέρους του βλαπτομένου, από την απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, για ανάκληση ή μεταρρύθμιση αυτής χωρίς την επίκληση νέων δεδομένων ή σφάλματος που προκύπτει από την ίδια την απόφαση, κατά τα προεκτεθέντα, δεν είναι παραδεκτή και γι’ αυτό πρέπει να τυγχάνει αρνητικής «απαντήσεως», κατά την έννοια του άρθρου 10 του Συντάγματος, η σχετική δε «απάντηση», ανεξάρτητα από την τυπική της μορφή, δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη (πρβλ. ΣτΕ 2855/2013, 4393/2013, 4519/2014, 4596/2015, 671/2016).

ΙΙ. Πραγματικό Μέρος

Με την προσβαλλόμενη απόφαση (υπ’ αριθμ. 53/2021), ανακλήθηκε η βεβαίωση λειτουργίας του ραδιοφωνικού σταθμού του αιτούντος και αποφασίστηκε η διαγραφή του από το Μητρώο λειτουργούντων ραδιοφωνικών σταθμών του ΕΣΡ. Η απόφαση, κατά το πραγματικό και υπαγωγικό μέρος της, έχει, κατά λέξιν, ως εξής:

ΙΙ. Πραγματικό Μέρος

Από το σύνολο των εγγράφων του φακέλου και τους ισχυρισμούς του εγκαλουμένου, διατυπωθέντες προφορικώς και εγγράφως, προκύπτουν τα ακόλουθα: Στο νομό Κιλκίς λειτουργούσε (αυθαίρετα) την 1/11/1999 τοπικός ραδιοφωνικός σταθμός από την συχνότητα 101,5 FM, ως ατομική επιχείρηση του εγκαλουμένου Μασμανίδη Θεόφιλου. Ήδη όμως ο εγκαλών, όπως και ο ίδιος δέχεται (βλ. ιδίως το υπ’ αριθμ. πρωτ. 1706/29.3.2021 υπόμνημά του) εγκατέλειψε την συχνότητα που είχε καταλάβει και χρησιμοποιούσε την 1/11/1999 και «μετατοπίσθηκε» αυθαίρετα σε άλλες συχνότητες, και δη στην 92,2 FM αρχικώς και στην 98,7 FM αργότερα.

ΙΙ. Υπαγωγή

Με βάση τα προεκτεθέντα, ο ισχυρισμός του εγκαλουμένου ότι δικαιούται να εκπέμπει από τη συχνότητα 98,7 FM είναι νομικώς αβάσιμος, αφού από καμία διάταξη νόμου ή γενικό νομικό κανόνα δεν προκύπτει ότι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ή άλλη κρατική αρχή) έχει νόμιμη εξουσία να επιτρέψει σε οποιονδήποτε ενδιαφερόμενο την χρήση οποιασδήποτε ραδιοφωνικής συχνότητας διαφορετικής από εκείνη που εχρησιμοποιείτο στον σκοπητέο χρόνο (1-11-1999) ή υπό διαφορετικούς όρους υπό τους οποίους τότε εχρησιμοποιείτο.

Σημειώνεται ότι στηρίζεται σε εσφαλμένη προϋπόθεση ο περαιτέρω ισχυρισμός του εγκαλουμένου, σύμφωνα με τον οποίο η Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων «ενέκρινε την αλλαγή της συχνότητας εκπομπής του σταθμού του». Τούτο δε, διότι από την επισκόπηση των επικαλούμενων αποφάσεων της ΕΕΤΤ, δεν προκύπτει ότι αυτές είχαν το περιεχόμενο που τους αποδίδεται. Ενόψει τούτων και με βάση τα προεκτεθέντα, διαπιστώνεται ότι ο εγκαλούμενος εγκατέλειψε την συχνότητα για την οποία του είχε χορηγηθεί βεβαίωση νομίμου λειτουργίας και, επομένως, έχει διακοπεί η έννομη αυτού σχέση με τη συχνότητα εκείνη και πρέπει να διαγραφεί οραδιοφωνικός του σταθμός από τον σχετικό πίνακα του ΕΣΡ.».

III. Υπαγωγή

Ο αιτών δεν προσκομίζει κανένα «νέο» ουσιώδες δεδομένο υπό την προεκτεθείσα έννοια, στο οποίο να μπορεί να θεμελιωθεί το υποβαλλόμενο αίτημα. Δεν υπάρχει εξάλλου στην προσβαλλομένη κανένα νομικό σφάλμα που να μπορεί να οδηγήσει στην ανάκληση αυτής.

Κατά τη γνώμη όμως τεσσάρων μελών (στα οποία δεν περιλαμβάνεται ο Πρόεδρος), η αίτηση αυτή ήταν παραδεκτή και έπρεπε να επανεξετασθεί η υπόθεση, διότι το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, με την προσβαλλόμενη με αριθμ.53/2021 απόφασή του, εσφαλμένα ερμήνευσε τη διάταξη του άρθρου 53 του Ν. 2778/1999 και δέχθηκε ότι μεταξύ του Κράτους και των μεταβατικώς λειτουργούντων ραδιοφωνικών σταθμών, που χρησιμοποιούν ραδιοφωνικές συχνότητες, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 53 του Ν. 2778/1999, έχει δημιουργηθεί μια ιδιόρρυθμη δημοσίου δικαίου έννομη σχέση, η οποία προσομοιάζει με εκείνη της κατοχής και χρήσης δημοσίου κτήματος. Ότι η σχέση αυτή παρέχει στον δικαιούχο τη δυνατότητα χρήσης μιας συγκεκριμένης συχνότητας, αυτής που χρησιμοποιούσε την συγκεκριμένη ημερομηνία. Ότι οι ραδιοφωνικοί σταθμοί που είτε λειτουργούν εντελώς αυθαίρετα είτε θεωρούνται νομίμως λειτουργούντες, οφείλουν να πληρούν τις προϋποθέσεις και να τηρούν τις υποχρεώσεις, που εκ της νομοθεσίας προβλέπονται για τους αδειοδοτημένους σταθμούς και να χρησιμοποιούν μόνο τη συχνότητα που χρησιμοποιούσαν κατά την 1/11/1999, χωρίς να επιτρέπεται οποιαδήποτε μεταβολή, και ότι σε περίπτωση μετακίνησης από την εν λόγω συχνότητα, θεωρείται διακοπή λειτουργίας του σταθμού και εγκατάλειψη της συχνότητας, την οποία χρησιμοποιούσε ο φορέας στον σκοπητέο χρόνο (1/11/1999), ανεξάρτητα αν αυτός άρχισε (συγχρόνως ή μεταγενεστέρως) να χρησιμοποιεί άλλη συχνότητα και ότι επέρχεται έτσι αυτοδίκαιη κατάργηση της όλης έννομης σχέσης μεταξύ του δικαιούχου και του Κράτους.

Όμως, αν ήθελε θεωρηθεί ότι, με το άρθρο 53 του Ν. 2778/1999 δημιουργήθηκε, μεταξύ του Κράτους και των ραδιοφωνικών σταθμών οι οποίοι εξέπεμπαν κατά την 1/11/1999 μια «ιδιόρρυθμη» σχέση δημοσίου δικαίου, αυτή, δεν αφορά μόνο τη χρήση συχνότητας, δεν ρυθμίζει δηλαδή μόνο τα τεχνικά ζητήματα λειτουργίας, αλλά διέπει την εν γένει λειτουργία τους και από πλευράς περιεχομένου. Για το λόγο αυτό άλλωστε, προβλέπεται ρητώς στην παρ. 2 του άρθρου 53 του ως άνω νόμου ότι οι λειτουργούντες ραδιοφωνικοί σταθμοί κατά την 1/11/1999 «οφείλουν να τηρούν τους προβλεπόμενους στο άρθρο 8 του Ν. 2328/1995 κανόνες λειτουργίας, καθώς και αυτούς, που προβλέπονται από τους ισχύοντες Κώδικες Δεοντολογίας του ΕΣΡ. Η σχέση αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι καταλύεται, και μάλιστα οριστικώς, με την μεταβολή της συχνότητας, στην περίπτωση που ο σταθμός εξακολουθήσει να λειτουργεί εκπέμποντας πρόγραμμα, όταν η μεταβολή αυτή γίνεται από λόγους αντικειμενικούς, δηλαδή όταν η χρήση της συχνότητας αυτής προκαλεί παρεμβολές σε άλλα, νομίμως λειτουργούντα δίκτυα ή επιβάλλεται από λόγους δημοσίου συμφέροντος και με την προϋπόθεση, ότι η μεταβολή - μετακίνηση αυτή γίνεται ύστερα από αίτηση του σταθμού, που προκαλεί τις παρεμβολές και εγκρίνεται από την αρμόδια Αρχή.

Βεβαίως, οποιαδήποτε αλλαγή συχνότητας (σε σχέση με αυτή που χρησιμοποιούσαν οι ραδιοφωνικοί σταθμοί την 1/11/1999) έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο φάσμα συνολικά και για το λόγο αυτό, μια τέτοια μεταβολή είναι ανεκτή από την ΕΕΤΤ σε εξαιρετικές μόνο περιπτώσεις (πρβλ. ΣτΕ 1231/2011). 

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι μπορεί μεν η λειτουργία των σταθμών να προϋποθέτει αναγκαία τη χρήση συγκεκριμένης συχνότητας, στην περίπτωση όμως των μεταβατικώς λειτουργούντων σταθμών, τέτοια συχνότητα δεν έχει χορηγηθεί, σε κάθε δε περίπτωση, όπως προκύπτει από τις μεταβατικές διατάξεις, ο νομοθέτης απέβλεψε στην προσωρινή λειτουργία τους χωρίς να προδιαγράψει συγκεκριμένα τεχνικά χαρακτηριστικά της εκπομπής τους και πάντως χωρίς να απαγορεύσει ρητά τη δυνατότητα μεταβολής συχνότητας και θέσης εκπομπής, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι τούτο εγκρίνεται από την αρμόδια Αρχή.

Κατά τα άρθρα 15 παρ. 1 του Ν. 2690/1999 (Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας) και 16 παρ. 2 της Υ.Α. 20291/Ε/06.09.2002 (Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας ΕΣΡ), σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.

Επομένως, η υπό κρίση αίτηση θεραπείας πρέπει να απορριφθεί.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Η ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ

Απορρίπτει την με αριθμό πρωτοκόλλου 4338/27.7.2021 αίτηση θεραπείας του ΘΕΟΦΙΛΟΥ ΜΑΣΜΑΝΙΔΗ, ιδιοκτησιακού φορέα του ραδιοφωνικού σταθμού ΡΑΔΙΟ ΣΥΝΟΡΑ Νομού Κιλκίς,.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε την 28η Μαρτίου 2022 και δημοσιεύτηκε την 19η Ιουλίου 2022.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Ρ.                 Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΜΑΝΟΣ    ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΑΡΑΖΙΔΟΥ

Πληροφορίες: www.esr.gr

Παρατηρήσεις: Απόφαση 71/2022 - ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΕΣΡ - 19η Ιουλίου 2022

Στην ίδια κατηγορία