ΕΣΡ: Διοικητική Κύρωση Προστίμου 40.000 ευρώ στη ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ CHANNEL NINE AE (Τ/Σ CHANNEL NINE Νομού Αττικής).

Διαβάστε ακολούθως την Απόφαση 66/2021 της Ανεξάρτητης Αρχής:



Η Ολομέλεια του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, ύστερα από πρόσκληση του Προέδρου, συνήλθε σε συνεδρίαση στον συνήθη γι’ αυτό τόπο την 8.6.2021 και ώρα 11:00, προκειμένου να συζητήσει επί της κατωτέρω υποθέσεως. Συγκροτήθηκε από τους: Αθανάσιο Κουτρομάνο, πρόεδρο, Ευτέρπη Κουτζαμάνη-Δρίλια, αντιπρόεδρο, και τα μέλη (με τηλεδιάσκεψη μέσω «epresence.gov.gr»): Καλλιόπη Διαμαντάκου, Βασίλειο Καραποστόλη, Νικόλαο Κιάο, Ευαγγελία Μήτρου, Γιώργο Πλειό, Γεώργιο Σαρειδάκη και Σωκράτη Τσιχλιά. Χρέη γραμματέως εκτέλεσε η Αναστασία Μαραζίδου, διοικητική υπάλληλος του ΕΣΡ.

Αντικείμενο της συζήτησης ήταν η επανάκριση της υπόθεσης στην οποία αφορούσε η με αριθμό 85/2014 απόφαση του ΕΣΡ, κατόπιν της ακύρωσης αυτής για τυπικούς λόγους με την με αριθμό 3235/2017 απόφαση του ΣτΕ.

Για τον έλεγχο σχηματίστηκε φάκελος με αριθμό 123/14.4.2021 ο οποίος χρεώθηκε στον ειδικό επιστήμονα Γεώργιο Αναγνωσταρά. Ο Ειδικός Επιστήμονας υπέβαλε στο ΕΣΡ την με αριθμό πρωτοκόλλου 303/23.4.2021 νομική του εισήγηση.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης παρέστη για λογαριασμό της εταιρείας με την επωνυμία ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ CHANNEL NINE AE, ιδιοκτήτριας του τηλεοπτικού σταθμού CHANNEL NINE Ν. Αττικής, ο πληρεξούσιος δικηγόρος της Δημήτριος Κούρεντας. Ερωτηθείς από τον Πρόεδρο, ο Πληρεξούσιος Δικηγόρος απάντησε ότι γνωρίζει το περιεχόμενο του φακέλου, έλαβε δε τον λόγο και ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του. Ενημέρωσε στη συνέχεια ότι έχει καταθέσει στη Γραμματεία το με αριθμό πρωτοκόλλου 3386/8.6.2021 υπόμνημα και η συζήτηση κηρύχθηκε περαιωμένη.

Την 29.6.2021, η Ολομέλεια συνήλθε σε διάσκεψη επί της υποθέσεως. Συγκροτήθηκε από τα αυτά ως άνω μέλη της και την ίδια ως άνω γραμματέα. Παρέστη επίσης και ο εισηγητής της υποθέσεως, ο οποίος ανέπτυξε το ζήτημα προφορικώς και στη συνέχεια αποχώρησε. Η Ολομέλεια, αφού μελέτησε το σύνολο των στοιχείων του φακέλου.

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΩΣ ΕΞΗΣ

Ι. Νομικό Μέρος

1.    Το Ε.Σ.Ρ. είναι η αρμόδια κατά το Σύνταγμα (άρθρο 15 παρ. 2) Αρχή για την άσκηση του άμεσου ελέγχου του κράτους επί της ραδιοφωνίας και της τηλεοράσεως και την επιβολή σε περίπτωση παραβάσεως των προβλεπόμενων διοικητικών κυρώσεων. Ο άμεσος αυτός κρατικός έλεγχος αποσκοπεί μεταξύ άλλων στην εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των μεταδιδόμενων προγραμμάτων, υποχρέωση η οποία επαναλαμβάνεται και από τις ρυθμίσεις της κοινής ραδιοτηλεοπτικής νομοθεσίας.

2.    Κατά το άρθρο 17 παρ. 2 του Ν. 2644/1998, οι τηλεοπτικοί σταθμοί περιφερειακής και τοπικής εμβέλειας, που θεωρούνται νομίμως λειτουργούντες βάσει της μεταβατικής ρύθμισης της παρ. 1 του ίδιου άρθρου, οφείλουν να τηρούν τους προβλεπόμενους από το άρθρο 3 του Ν. 2328/1995 κανόνες λειτουργίας, καθώς και αυτούς που προβλέπονται από τους ισχύοντες Κώδικες Δεοντολογίας του Ε.Σ.Ρ. Η παράβαση των ανωτέρω κανόνων «έχει ως συνέπεια την άμεση διακοπή λειτουργίας του τηλεοπτικού σταθμού».

3.    Κατά τα στοιχεία β και ε της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του Ν. 2863/2000, το Ε.Σ.Ρ ελέγχει την τήρηση των όρων που προβλέπονται στην εκάστοτε ισχύουσα ραδιοτηλεοπτική νομοθεσία και επιβάλλει τις από το άρθρο 4 του Ν. 2328/1995 προβλεπόμενες κυρώσεις. Οι ρυθμίσεις δε του άρθρου 4 παρ. 1 του Ν. 2328/1995, που προβλέπουν κλιμάκωση των κυρώσεων σε συνάρτηση κυρίως με τη βαρύτητα των παραβάσεων και τις συνθήκες τέλεσης αυτών, εφαρμόζονται αναλόγως και στις περιπτώσεις των μη αδειοδοτημένων τηλεοπτικών σταθμών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της μεταβατικής ρύθμισης του άρθρου 17 παρ. 1 του Ν. 2644/1998 (ΣτΕ 560/2012 και ΣτΕ 1584/2017).

4.    Κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του Ν. 2863/2000, οι κυρωτικές αποφάσεις του Ε.Σ.Ρ. αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις και εκτελεστούς τίτλους. Κατά των πράξεων αυτών μπορεί να ασκηθεί αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

5.    Από τον συνδυασμό των παραπάνω, προκύπτει σαφώς ότι οι αποφάσεις του Ε.Σ.Ρ. που επιβάλλουν κυρώσεις για παραβάσεις της ραδιοτηλεοπτικής νομοθεσίας (μεταξύ άλλων και για παραβίαση της συνταγματικής επιταγής περί ποιοτικής στάθμης προγράμματος) καθίστανται απρόσβλητες με την έκδοση απορριπτικής αποφάσεως επί της αιτήσεως ακυρώσεως που ασκείται κατά αυτών. Στην περίπτωση κατά την οποία κυρωτική απόφαση του Ε.Σ.Ρ. ακυρώνεται για μέρος μόνον της αποδιδόμενης στον εγκαλούμενο σταθμό κατηγορίας, η απόφαση αυτή καθίσταται απρόσβλητος ως προς μη ακυρωθέν μέρος της και καταλαμβάνεται στο εξής ως προς την ενοχή από το δεδικασμένο που παράγει η εκδοθείσα απόφαση του ΣτΕ. Τούτο ισχύει και στην περίπτωση που η μερικώς ακυρωθείσα απόφαση του Ε.Σ.Ρ. αναπέμπεται προς νέα νόμιμη κρίση, όσον αφορά αποκλειστικώς και μόνο την επιμέτρηση της επιβλητέας κύρωσης. Τυχόν μεταγενέστερη ακύρωση για τυπικούς λόγους της νεότερης απόφασης του Ε.Σ.Ρ. που προσδιορίζει εκ νέου την ποινή που πρέπει να επιβληθεί στον εμπλεκόμενο ραδιοτηλεοπτικό φορέα έχει ως μόνη συνέπεια της υποχρέωση εκ νέου επανάκρισης της υπόθεσης και πάλι αποκλειστικά και μόνον όσον αφορά το ζήτημα της επιμέτρησης, όχι δε και κατά το (μη ακυρωθέν) μέρος της που αφορά την ενοχή.

ΙΙ. Πραγματικό Μέρος

Από τα έγγραφα του φακέλου και τους ισχυρισμούς της εγκαλουμένης (προβληθέντες προφορικώς και εγγράφως), προκύπτουν τα εξής.

Με την με αριθμό 171/2004 απόφαση του ΕΣΡ επιβλήθηκε στην εταιρεία ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ COSMOPOLIS ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ COSMOPOLIS TVC (πλέον ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ CHANNEL NINE AE) χρηματική κύρωση ύψους 200.000 ευρώ: α) για προβολή τηλεοπτικού προγράμματος μη ανταποκρινόμενου στις απαιτήσεις που τάσσονται κατά την κείμενη νομοθεσία ως προς τη δομή και την ποιοτική στάθμη του προγράμματος των τηλεοπτικών σταθμών και β) για υπέρβαση του ανώτατου επιτρεπόμενου κατά νόμον ορίου ανάθεσης σε τρίτους του προβαλλόμενου ημερησίου τηλεοπτικού προγράμματος. Με την ως άνω απόφαση έγιναν δεκτά τα εξής: «Ο τηλεοπτικός σταθμός με το διακριτικό τίτλο POLIS ιδιοκτησίας της εταιρίας με την επωνυμία ΠΟΛΙΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ συμμετείχε στη διαγωνιστική διαδικασία για τη χορήγηση αδείας λειτουργίας σταθμού περιφερειακής εμβέλειας και κατά το άρθρο 17 παρ. 1 του Ν. 2644/1998 θεωρείται ότι λειτουργεί νομίμως, υποχρεούμενος, ως τηλεοπτικός σταθμός γενικής στόχευσης, να έχει πρόγραμμα με ενημέρωση, επιμόρφωση, ψυχαγωγία και ποιότητα. Ήδη ο τηλεοπτικός σταθμός έχει τον διακριτικό τίτλο TV COSMOPOLIS ιδιοκτησίας της εταιρείας ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΠΤΙΚΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ COSMOPOLIS TVC. Από τη συνεχή παρακολούθηση των εκπομπών του τηλεοπτικού σταθμού διαπιστώθηκε ότι πλέον των 11 ωρών κατά 24ωρο εκπέμπει πρόγραμμα τηλεπαιχνιδιών με χρήση τηλεφωνικών συσκευών 090 υψηλής χρέωσης, για τις οποίες έχουν υποβληθεί πολλές διαμαρτυρίες πολιτών, περί εκμεταλλεύσεως αυτών δι’ αναμονής στην τηλεφωνική γραμμή προς επικοινωνία και εντεύθεν χρέωση αυτών με υψηλές δαπάνες τηλεφώνου. Ειδικώς η Ολομέλεια, κατά την ως άνω συνεδρίασή της, παρακολούθησε μαγνητοταινία εκπομπής του σταθμού καθόλο το 24ωρο της 26.4.2004 και 30.4.2004 και διαπίστωσε ότι η προβολή τηλεπαιχνιδιών διήρκεσε 11 ώρες και 30 λεπτά σε κάθε 24ωρο. Η ανάλωση του ημίσεως προγράμματος ανά 24ωρο με τα εν λόγω τηλεπαιχνίδια, χαμηλοτάτης ποιότητος, συνιστά παράβαση της υφισταμένης υποχρεώσεως του τηλεοπτικού σταθμού ως τοιούτου γενικής στόχευσης, προς πραγματοποίηση εκπομπών ενημερώσεως, επιμορφώσεως, ψυχαγωγίας και ποιότητος. Πλέον τούτου η εκπομπή των ως άνω τηλεπαιχνιδιών, τα οποία παράγονται από τρίτη εταιρεία υπερβαίνει το 30% του προγράμματος του σταθμού κατά 24ωρο. Είναι αληθές ότι ο τηλεοπτικός σταθμός, δια του υπομνήματός του, ισχυρίζεται ότι, πλην των ως άνω δύο ημερών, κατά τις υπόλοιπες ημέρες του μηνός Απριλίου η διάρκεια εκπομπής τηλεπαιχνιδιών ήταν πολύ μικρότερη και η συνολική διάρκειά τους κατά τον μήνα Απρίλιο δεν έχει υπερβεί το ως άνω ποσοστό του 30%. Ο εν λόγω ισχυρισμός του τηλεοπτικού σταθμού, περί του οποίου υπέβαλε και σχετικό πίνακα, δεν ανταποκρίνεται στην αλήθεια και δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτός. Πρέπει να σημειωθεί ότι στον τηλεοπτικό σταθμό έχουν επιβληθεί δια των υπ’ αριθ. 135/14.1.2003, 208/1.4.2003, 294/10.6.2003 αποφάσεων του ΕΣΡ οι διοικητικές κυρώσεις της συστάσεως, του προστίμου των 300.000 ευρώ και της συστάσεως, αντιστοίχως. Ενόψει όλων τούτων ενδείκνυται όπως επιβληθεί στον τηλεοπτικό σταθμό η κύρωση του προστίμου. Μειοψήφησαν τα μέλη Γιάννης Παπακώστας και Ίρις Αυδή-Καλκάνη, κατά τους οποίους θα έπρεπε να επιβληθεί στον τηλεοπτικό σταθμό η κύρωση της οριστικής διακοπής της λειτουργίας αυτού. Ενόψει των εκτεθέντων πραγματικών περιστατικών και λαμβανομένης υπόψη της βαρύτητος της παραβάσεως, του από 0,2 % μεριδίου τηλεθέασης που συγκέντρωσε το πρόγραμμα κατά το πρώτο τετράμηνο του έτους 2004, του εκ 2.450.071,61 ευρώ ύψους της επένδυσης που έχει πραγματοποιηθεί από τον εν λόγω σταθμό, ενδείκνυται όπως το εν λόγω πρόστιμο καθορισθεί στο ποσό των 200.000 ευρώ».

Με την απόφαση ΣτΕ 1687/2011, ακυρώθηκε η ως άνω απόφαση ως προς το (β) σκέλος της και απορρίφθηκε η αίτηση ακυρώσεως ως προς το (α) σκέλος της προσβαλλομένης. Ως εκ τούτου, η ενοχή της ιδιοκτήτριας του τηλεοπτικού σταθμού εταιρείας κατέστη απρόσβλητος όσον αφορά «την παραβίαση των νομοθετικών απαιτήσεων ως προς τη δομή και την ποιοτική στάθμη του προγράμματος των τηλεοπτικών σταθμών». Λόγω όμως του γεγονότος ότι με την προσβαλλομένη είχε επιβληθεί ενιαία κύρωση για αμφότερες τις αποδιδόμενες στον τηλεοπτικό σταθμό παραβάσεις, αναπέμφθηκε η υπόθεση στο ΕΣΡ για νέα επιμέτρηση του προστίμου μόνον ως προς την υπό ανωτέρω (α) παράβαση.

Συμμορφούμενο με τη δικαστική απόφαση, το ΕΣΡ εξέδωσε στη συνέχεια την με αριθμό 119/2012 απόφαση. Με αυτήν προέβη σε νέα επιμέτρηση της ποινής μόνο για την υπό (α) ως άνω παράβαση, επιβάλλοντας στην ιδιοκτήτρια του τηλεοπτικού σταθμού εταιρεία χρηματική κύρωση ύψους 150.000 ευρώ. Η απόφαση αυτή ακυρώθηκε με την απόφαση ΣτΕ 4385/2013 για τυπικούς λόγους, αναγόμενους σε κακή συγκρότηση του ΕΣΡ λόγω συμμετοχής σε αυτό μέλους του οποίου η θητεία είχε λήξει.

Ακολούθησε η έκδοση της με αριθμό 85/2014 απόφασης του ΕΣΡ, με την οποία επιβλήθηκε στην ιδιοκτήτρια του τηλεοπτικού σταθμού εταιρεία χρηματική κύρωση ύψους 100.000 για την υπό ανωτέρω (α) παράβαση. Η απόφαση αυτή ακυρώθηκε εκ νέου με την ΣτΕ 3235/2017 για τυπικούς επίσης λόγους, αναγόμενους σε κακή συγκρότηση του ΕΣΡ λόγω συμμετοχής σε αυτό άλλων μελών του των οποίων η θητεία είχε λήξει. Η τελευταία αυτή ακυρωτική απόφαση απεστάλη στο ΕΣΡ στις 30.01.2018 (ΑΠ 544/2018).

ΙΙΙ. Προβαλλόμενοι ισχυρισμοί

Η εγκαλουμένη ισχυρίζεται ότι η παράβαση που της καταλογίζεται ανάγεται στην με αριθμό 171/2004 απόφαση του ΕΣΡ και ότι έχει υποπέσει σε παραγραφή, βάσει της νέας ρύθμισης του άρθρου 46 του Ν. 4779/2021. Ανεξαρτήτως όμως του γεγονότος ότι το άρθρο 52 παρ. 1 του νόμου αυτού ρητώς εξαιρεί από την εφαρμογή της ως άνω ρύθμισης παραβάσεις που είχαν τελεστεί πριν την έναρξη ισχύος του νόμου και οι οποίες είχαν ήδη αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου και εκδόσεως ακυρωτικών αποφάσεων για τυπικούς λόγους, ο σχετικώς προβαλλόμενος ισχυρισμός είναι αβάσιμος και για τον πρόσθετο λόγο ότι βασίζεται επί εσφαλμένης πραγματικής προϋποθέσεως. Ειδικότερα, η επικαλούμενη από την εγκαλουμένη παραγραφή αφορά σε «παραβάσεις που επιβάλλουν κυρώσεις». Η παράβαση όμως στην οποία αφορά η υπό κρίση υπόθεση έχει οριστικοποιηθεί ήδη με την έκδοση της απόφασης ΣτΕ 1687/2011, με την οποία απορρίφθηκε ρητώς η αίτηση ακυρώσεως της εγκαλουμένης ως προς το σκέλος της που αφορούσε την παραβίαση των κανόνων περί της ποιοτικής στάθμης προγράμματος. Ήδη, επομένως, με την έκδοση της ως άνω αποφάσεως έχει παραχθεί δεδικασμένο ως προς την ενοχή της εγκαλουμένης για την κρινόμενη παράβαση και η σχετική κυρωτική απόφαση έχει καταστεί προ πολλού απρόσβλητος ως προς το συγκεκριμένο μέρος της. Απομένει μόνο το ζήτημα της επιλογής και επιμέτρησης της ποινής για την παράβαση, ενέργεια η οποία ουδόλως συνδέεται ωστόσο με τον θεσμό της παραγραφής όπως τον εννοεί ο επικαλούμενος από την εγκαλουμένη νόμος.

Η εγκαλουμένη υποστηρίζει επίσης ότι πρέπει σε κάθε περίπτωση να συνεκτιμηθεί ο μεγάλος χρόνος που έχει παρέλθει από τη διάπραξη της παράβασης, καθώς και το γεγονός ότι στο μεταξύ έχει αλλάξει τόσο η μετοχική της σύνθεση όσο και οι επιχειρηματικές της στοχεύσεις. Υπενθυμίζεται ωστόσο ότι πρωταρχικό κριτήριο επιλογής και επιμέτρησης της επιβλητέας κυρώσεως είναι η βαρύτητα της παραβάσεως, με συνεκτίμηση και των υπόλοιπων αναφερόμενων στον νόμο παραγόντων. Δεν ευσταθεί επομένως ο ισχυρισμός της εγκαλουμένης ότι η τυχόν εκ νέου επιβολή σε αυτήν χρηματικού προστίμου θα συνιστούσε παραβίαση των αρχών της ασφάλειας δικαίου και της αναλογικότητας. Αντιθέτως, η επανάκριση της υπόθεσης όσον αφορά αποκλειστικά και μόνο το σκέλος της επιλογής και επιμέτρησης της επιβλητέας κυρώσεως υπηρετεί την αρχή της νομιμότητας και συνιστά συμμόρφωση προς την ΣτΕ 1687/2011 (πρβλ. ΣτΕ 560/2012 και ΣτΕ 1584/2017).

III. Υπαγωγή

Με την έκδοση της απόφασης ΣτΕ 1687/2011 επί της αιτήσεως ακυρώσεως κατά της απόφασης ΕΣΡ 171/2004, η τελευταία αυτή απόφαση έχει καταστεί οριστικά απρόσβλητος, όσον αφορά το σκέλος της ενοχής του εμπλεκόμενου στην υπόθεση τηλεοπτικού σταθμού για τη διάπραξη του αδικήματος της υποβάθμισης της ποιοτικής στάθμης προγράμματος. Γεννάται ωστόσο ανάγκη επανάκρισης της υπόθεσης όσον αφορά την επιλογή και επιμέτρηση της κυρώσεως που πρέπει να επιβληθεί στην εγκαλουμένη για την παράβαση αυτή, ενόψει της ακύρωσης για τυπικούς λόγους των αποφάσεων ΕΣΡ 119/2012 και ΕΣΡ 85/2014 που είχαν εκδοθεί σε συμμόρφωση προς την απόφαση ΣτΕ 1687/2011.

Κατά συνέπεια, πρέπει να επιβληθεί στην εγκαλούμενη εταιρεία κύρωση και δη εκείνη του χρηματικού προστίμου για την παραβίαση των περί ποιότητας προγράμματος κανόνων, αδίκημα ως προς τη διάπραξη του οποίου (όπως έχει εκτεθεί) η σχετική απόφαση του ΕΣΡ 171/2004 έχει ήδη καταστεί απρόσβλητος.

Περαιτέρω, με βάση την βαρύτητα της παράβασης και το κοινώς γνωστό μερίδιο τηλεθεάσεως του συγκεκριμένου τηλεοπτικού σταθμού, κρίνεται ότι το επιβλητέο πρόστιμο είναι εκείνο των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ. Μειοψήφησαν η Αντιπρόεδρος Ευτέρπη Κουτζαμάνη-Δρίλια και τα μέλη Γεώργιος Σαρειδάκης και Σωκράτης Τσιχλιάς, κατά τους οποίους το πρόστιμο θα έπρεπε να προσδιορισθεί στο ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων (15.000) ευρώ 

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΤΟ ΕΣΡ

Επιβάλλει στη εταιρεία με την επωνυμία ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ CHANNEL NINE AE, ιδιοκτήτρια του τηλεοπτικού σταθμού CHANNEL NINE Νομού Αττικής, τη διοικητική κύρωση του προστίμου των σαράντα χιλιάδων (40.000) ευρώ.

Κατά το άρθρο 4 παρ. 3 του Ν. 2328/1995, όπως έχει μετά την δια του άρθρου 23 παρ. 5 εδ. β' του Ν. 3166/2003 αντικατάστασή του, η παρούσα απόφαση κατά την προαναφερόμενη κύρωση, είναι εκτελεστή κατά:

1.    Της εταιρείας ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΠΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ CHANNEL NINE A.E., που εδρεύει στον 'Αγιο Ιωάννη Ρέντη Αττικής, στην Λεωφ. Παύλου Μελά 25, με ΑΦΜ 999448570, ΔΟΥ ΦΑΕ ΑΘΗΝΩΝ.

2.    Του Αναστασίου Μπούρα του Κωνσταντίνου, κατοίκου Παλαιού Ψυχικού Αττικής, στην οδό Γύζη 7, με Α.Φ.Μ. 014045305, ΔΟΥ ΚΓ' Αθηνών, ως νομίμου εκπροσώπου της εταιρείας.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε την 29η Ιουνίου 2021 και δημοσιεύτηκε την 5η Αυγούστου 2021.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Ρ.                Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΚΟΥΤΡΟΜΑΝΟΣ    ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΑΡΑΖΙΔΟΥ

Πληροφορίες: www.esr.gr

Παρατηρήσεις: Απόφαση 66/2021 - Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) - 5η Αυγούστου 2021

Στην ίδια κατηγορία