ΕΣΡ: Δεκτή η Αίτηση Θεραπείας του Τ/Σ ΠΕΛΛΑ TV. Μετάδοση Προγράμματος με Ψηφιακή Τεχνολογία.

Διαβάστε ακολούθως την Απόφαση 112/2024 της Ανεξάρτητης Αρχής:



Απόφαση 112/2024

Η Ολομέλεια του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, ύστερα από πρόσκληση της Προέδρου, συνήλθε σε συνεδρίαση στον συνήθη γι’ αυτό τόπο την 5.3.2024 και ώρα 11:00, προκειμένου να συζητήσει επί της κατωτέρω υποθέσεως. Συγκροτήθηκε από τους: Ευτέρπη Κουτζαμάνη-Δρίλια, πρόεδρο, Ιωάννη Πολίτη, αντιπρόεδρο, και τα μέλη: Δημήτριο Σταυρόπουλο, Ευτύχιο Παλλήκαρη (με τηλεδιάσκεψη μέσω «epresence.gov.gr»), Πέτρο Τριανταφυλλίδη, Γεώργιο Βλαβιανό και Ιωάννη Μιχελάκη. Απόντα τα μέλη Σωκράτης Τσιχλιάς και Σπυρίδων Χρυσοφώτης, οι οποίοι είχαν κληθεί νομίμως. Χρέη γραμματέως εκτέλεσε η Αναστασία Μαραζίδου, διοικητική υπάλληλος του ΕΣΡ.

Αντικείμενο της συζήτησης ήταν η εξέταση της με αριθμό πρωτοκόλλου ΕΣΡ 6002/21.11.2023 αίτησης θεραπείας της εταιρείας με την επωνυμία «ΠΕΛΛΑ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΑΕ», φορέα του τηλεοπτικού σταθμού με τον διακριτικό τίτλο «ΠΕΛΛΑ TV», που εδρεύει στα Γιαννιτσά, στην οδό Ακροπόλεως αριθμ. 3, για την ανάκληση της υπ’ αριθμ. 67/2019 απόφασης του ΕΣΡ, καθόσον την αφορά, με την οποία ανακλήθηκε η άδεια που της είχε χορηγηθεί για την μετάδοση του προγράμματός της με ψηφιακή τεχνολογία.

Για την εξέταση της αιτήσεως σχηματίστηκε φάκελος με αριθμό 243/22.11.2023 ο οποίος ανατέθηκε στην ειδική επιστήμονα-νομικό Πέρσα Λαμπροπούλου. Στη συνέχεια, η Ειδική Επιστήμων υπέβαλε στο ΕΣΡ την με αριθμό πρωτ. 17/ΕΣ/3.1.2024 εισήγησή της.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, παρέστησαν για λογαριασμό της ως άνω εταιρείας, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι της Κωνσταντίνος Χρυσόγονος και Μαρία Μωραΐτη (με τηλεδιάσκεψη μέσω «epresence.gov.gr»), καθώς και ο Ηρακλής Κοσκινόπουλος, διευθύνων σύμβουλος του σταθμού. Για λογαριασμό του ψηφιακού παρόχου DIGEA παρέστησαν (με τηλεδιάσκεψη μέσω «epresence.gov.gr») η Ιωάννα Κολιάδου, εμπορική διευθύντρια και διευθύντρια μάρκετινγκ της εταιρείας, και ο Νικήτας Φορτσάκης, πληρεξούσιος δικηγόρος της. Ερωτηθέντες από την Πρόεδρο, οι ανωτέρω δήλωσαν ότι γνωρίζουν το περιεχόμενο του φακέλου, έλαβαν δε τον λόγο και ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους. Ζήτησαν στη συνέχεια -και η Ολομέλεια δέχτηκε- να τους παρασχεθεί προθεσμία για την κατάθεση εγγράφου υπομνήματος έως και την 15.3.2024, ώρα 14:00, και η συζήτηση κηρύχθηκε περαιωμένη. Ο σταθμός κατέθεσε στη Γραμματεία το με αριθμό πρωτ. ΕΣΡ 1403/15.3.2024 υπόμνημα.

Την 27.5.2024 και ώρα 11.00 η Ολομέλεια συνήλθε σε διάσκεψη επί της υποθέσεως, ύστερα από πρόσκληση της Προέδρου. Συγκροτήθηκε από τους: Ευτέρπη Κουτζαμάνη-Δρίλια, πρόεδρο, Ιωάννη Πολίτη, αντιπρόεδρο, και τα μέλη: Σωκράτη Τσιχλιά (με τηλεδιάσκεψη μέσω «epresence.gov.gr»), Ευτύχιο Παλλήκαρη, Πέτρο Τριανταφυλλίδη, Γεώργιο Βλαβιανό και Ιωάννη Μιχελάκη. Απόντα τα μέλη Δημήτριος Σταυρόπουλος και Σπυρίδων Χρυσοφώτης, οι οποίοι είχαν κληθεί νομίμως. Χρέη γραμματέως εκτέλεσε η Αναστασία Μαραζίδου, διοικητική υπάλληλος του ΕΣΡ.

Η Πρόεδρος ενημέρωσε αναλυτικά για την υπόθεση το μέλος της Ολομέλειας Σωκράτη Τσιχλιά, ο οποίος δεν μετείχε στη συνεδρίαση της 5.3.2024 κατά την οποία έλαβε χώρα η ακρόαση των εκπροσώπων του τηλεοπτικού σταθμού και της DIGEA, αναγιγνώσκοντας την με αριθμό πρωτοκόλλου 17/ΕΣ/3.1.2024 έγγραφη νομική εισήγηση που συνέταξε η ειδική επιστήμονας-νομικός Πέρσα Λαμπροπούλου, το με αριθμό πρωτοκόλλου 1403/15.3.2024 υπόμνημα της εγκαλουμένης, το πρακτικό της συζήτησης στην Ολομέλεια και το σύνολο των λοιπών εγγράφων του φακέλου. Παρέστη επίσης και η ανωτέρω εισηγήτρια, η οποία ανέπτυξε το ζήτημα προφορικώς και στη συνέχεια αποχώρησε. Η Ολομέλεια, αφού μελέτησε το σύνολο των στοιχείων του φακέλου:

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ ΚΑΙ ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΩΣ ΕΞΗΣ:

Ι. Νομικό Μέρος:

Κατά το άρθρο 20 του Συντάγματος: «1) Καθένας έχει δικαίωμα στην παροχή έννομης προστασίας από τα δικαστήρια και μπορεί να αναπτύξει σ’ αυτά τις απόψεις του για τα δικαιώματα ή συμφέροντά του, όπως νόμος ορίζει. 2) Το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης του ενδιαφερομένου ισχύει και για κάθε διοικητική ενέργεια ή μέτρο που λαμβάνεται σε βάρος των δικαιωμάτων ή συμφερόντων του». Κατά το άρθρο 10 παρ. 1 του Συντάγματος: «Καθένας ή πολλοί μαζί έχουν το δικαίωμα, τηρώντας τους νόμους του Κράτους, να αναφέρονται εγγράφως στις αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να
ενεργούν σύντομα κατά τις κείμενες διατάξεις και να απαντούν αιτιολογημένα σε εκείνον που υπέβαλε την αναφορά, σύμφωνα με το νόμο». Κατά το άρθρο 15 παρ. 2 του Συντάγματος: «Η ραδιοφωνία και η τηλεόραση υπάγονται στον άμεσο έλεγχο του Κράτους. Ο έλεγχος και η επιβολή των διοικητικών κυρώσεων υπάγονται στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, που είναι ανεξάρτητη αρχή, όπως νόμος ορίζει. Ο άμεσος έλεγχος του Κράτους … έχει ως σκοπό την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων καθώς και προϊόντων του λόγου και της τέχνης, την εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμης των προγραμμάτων που επιβάλλει η κοινωνική αποστολή της ραδιοφωνίας και της τηλεόρασης και η πολιτιστική ανάπτυξη της Χώρας, καθώς και τον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας και της νεότητας …». Κατά το άρθρο 5 παρ. 8 του Ν.2863/2000: «Οι αποφάσεις του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης … αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις … Κατά των αποφάσεων του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης μπορεί να ασκηθούν αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, καθώς και οι προβλεπόμενες στο Σύνταγμα και τη 3 νομοθεσία διοικητικές προσφυγές … ». Τέλος, κατά το άρθρο 24 παρ. 1 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας (Ν.2690/1999): «Αν από τις σχετικές διατάξεις δεν προβλέπεται η δυνατότητα άσκησης της, κατά το επόμενο άρθρο, ειδικής διοικητικής ή ενδικοφανούς προσφυγής, ο ενδιαφερόμενος, για την αποκατάσταση υλικής ή ηθικής βλάβης των εννόμων συμφερόντων του, που προκαλείται από ατομική διοικητική πράξη μπορεί, για οποιονδήποτε λόγο, με αίτησή του, να ζητήσει, είτε από τη διοικητική αρχή η οποία εξέδωσε την πράξη, την ανάκληση ή την τροποποίησή της αίτηση θεραπείας), είτε, από την αρχή η οποία προΐσταται εκείνης που εξέδωσε την πράξη, την ακύρωσή της (ιεραρχική προσφυγή)».

Από τον συνδυασμό και τη λογική ερμηνεία των ρυθμίσεων αυτών συνάγονται τα ακόλουθα:

(Α) Ότι το πρόσωπο, για το οποίο εκδόθηκε βλαπτική των συμφερόντων του απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης και το οποίο (εκλήθη και) έλαβε κανονικά μέρος στη σχετική διαδικασία και ανέπτυξε τους υπερασπιστικούς του ισχυρισμούς (ή-πάντως-του δόθηκε η δυνατότητα να εκθέσει τις επί της υποθέσεως απόψεις του αλλά δεν το έπραξε), δύναται μεν να υποβάλει αναφορά, κατά το άρθρο 10 του Συντάγματος (την οποία το ΕΣΡ υποχρεούται να παραλάβει) δεν δικαιούται όμως να ζητήσει την ουσιαστική επανάκριση του ίδιου ζητήματος και την ανάκληση ή τροποποίηση της εις βάρος του αποφάσεως, παρά μόνον: (α) Εάν επικαλείται νομικό ή ουσιαστικό σφάλμα αυτής που θεμελιώνεται σε (νομικώς ουσιώδη) νέα δεδομένα, ήτοι δεδομένα που διαμορφώθηκαν ή κατέστησαν γνωστά στο βλαπτόμενο πρόσωπο μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας στην οποία στηρίχθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση (διοικητική πράξη) και τα οποία ως εκ τούτου δεν ήταν δυνατόν να προσκομισθούν και να ληφθούν υπόψιν από το κρίναν όργανο της υποθέσεως και (β) Εάν το επικαλούμενο (βλαπτικό για τον αιτούντα) σφάλμα προκύπτει από την ίδια την διοικητική πράξη.

(Β) Ότι η τυχόν αίτηση που υποβάλλεται, εκ μέρους του βλαπτομένου, από την απόφαση του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, για ανάκληση ή μεταρρύθμιση αυτής χωρίς την επίκληση νέων δεδομένων ή σφάλματος που προκύπτει από την ίδια την απόφαση, κατά τα προεκτεθέντα, δεν είναι παραδεκτή και γι’ αυτό πρέπει να τυγχάνει αρνητικής «απαντήσεως», κατά την έννοια του άρθρου 10 του Συντάγματος, η σχετική δε «απάντηση», ανεξάρτητα από την τυπική της μορφή, δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη (πρβλ. ΣτΕ 2855/2013, 4393/2013, 4519/2014, 4596/2015, 671/2016).

ΙΙ. Πραγματικό Μέρος

Με την προσβαλλομένη ανεκλήθη η υπ’ αριθμ. 604/20.11.2008 απόφαση του ΕΣΡ με την οποία είχε εγκριθεί η μετάδοση των προγραμμάτων της εταιρείας με την επωνυμία «ΠΕΛΛΑ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΑΕ» με ψηφιακή τεχνολογία, για μη συμμόρφωση της εταιρείας προς τις επιταγές του νόμου σε σχέση με τον τρόπο μετάδοσης των προγραμμάτων της. Ειδικότερα, το ΕΣΡ είχε εκδώσει, μεταξύ άλλων, και την προαναφερόμενη απόφαση με την οποία επετράπη στην αιτούσα η μετάδοση των προγραμμάτων της με ψηφιακή τεχνολογία στον δίαυλο 44 από το κέντρο εκπομπής ΚΕΛΛΗ. Η εν λόγω εταιρεία όφειλε, μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας αδειοδότησης του παρόχου δικτύου, να πάψει να εκπέμπει το πρόγραμμά της από τον ως άνω δίαυλο και να συμβληθεί με τον τελευταίο. Πλην όμως δεν το έπραξε με αποτέλεσμα να της επιβληθεί κύρωση (πρόστιμο και σύσταση συμμόρφωσης) από την ΕΕΤΤ για παράνομη χρήση διαύλου συχνοτήτων (απόφαση 801/2017). Εν συνεχεία, και λόγω της μη συμμόρφωσης της αιτούσας, η οποία εξακολούθησε να εκπέμπει το πρόγραμμά της από τον ως άνω δίαυλο, επελήφθη το ΕΣΡ το οποίο έκρινε τα ακόλουθα:

«Σύμφωνα με το άρθρο 13 παρ. 1 του Ν 3592/2007 (όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με το άρθρο 80 του Ν 4070/2012): «Η παροχή τηλεοπτικών και ραδιοφωνικών υπηρεσιών μέσω επίγειας ψηφιακής τεχνολογίας με χρήση ραδιοσυχνοτήτων που έχουν χορηγηθεί για την εκπομπή τηλεοπτικού και ραδιοφωνικού ψηφιακού σήματος, αποτελεί παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία και προϋποθέτει τον πάροχο δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τον πάροχο περιεχομένου. Ο πάροχος δικτύου και ο πάροχος περιεχομένου απαιτείται να είναι διαφορετικά νομικά πρόσωπα, με την επιφύλαξη του καθεστώτος που διέπει τη λειτουργία της Ε.Ρ.Τ. Α.Ε.» Η παράγραφος 2 του ιδίου άρθρου ορίζει :
«Στον πάροχο δικτύου χορηγούνται δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής από την Ε.Ε.Τ.Τ.. Για τον πάροχο δικτύου, η κατά τα ως άνω παροχή ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών υπηρεσιών λαμβάνει χώρα υπό το καθεστώς Γενικής Αδείας και σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία περί ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Ο πάροχος δικτύου παρέχει υπηρεσίες πολυπλεξίας στους παρόχους περιεχομένου». Σε σχέση με τους παρόχους περιεχομένου, η παράγραφο 3 του ιδίου άρθρου ορίζει : «Για τον πάροχο περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής απαιτείται, πριν την έναρξη εκπομπής, η χορήγηση άδειας κατόπιν διαγωνιστικής διαδικασίας. Η διαγωνιστική διαδικασία διεξάγεται από το Ε.Σ.Ρ. το οποίο εκδίδει και τη σχετική προκήρυξη.»

Η μετάβαση από την αναλογική στην ψηφιακή τηλεόραση ρυθμίστηκε από το άρθρο 14 του Ν 3592/2007 το οποίο όριζε στην παράγραφο 1 : « α) Από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος που προβλέπεται από τη διάταξη της παραγράφου 5 του άρθρου 13, οι νομίμως λειτουργούντες τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας ή οι αδειούχοι τηλεοπτικοί σταθμοί εθνικής εμβέλειας, μετά την αδειοδότησή τους, συμπεριλαμβανομένης και της Ε.Ρ.Τ. Α.Ε. ή της προβλεπόμενης στο άρθρο 17 παρ. 1 του παρόντος θυγατρικής εταιρίας αυτής, έχουν τη δυνατότητα, εφόσον το επιθυμούν, να μεταδίδουν το αναλογικό τους πρόγραμμα με ψηφιακή τεχνολογία. Με την απόφαση που προβλέπεται από τη διάταξη της παραγράφου 6 καθορίζονται οι γεωγραφικές περιοχές, καθώς και η συχνότητα αναλογικής εκπομπής για τον κάθε νομίμως λειτουργούντα τηλεοπτικό σταθμό εθνικής εμβέλειας που θα απελευθερωθεί, εφόσον απαιτείται, ανά γεωγραφική περιοχή, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να εκπέμψουν με ψηφιακή τεχνολογία το αναλογικό τους πρόγραμμα στη γεωγραφική αυτή περιοχή. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται επίσης οι ψηφιακές συχνότητες, ανά γεωγραφική περιοχή, στις οποίες οι ανωτέρω τηλεοπτικοί σταθμοί θα έχουν τη δυνατότητα, κατ' επιλογή τους, να εκπέμψουν το αναλογικό τους πρόγραμμα με ψηφιακή τεχνολογία. Η εκπομπή ψηφιακού προγράμματος υπόκειται στις υποχρεώσεις της παραγράφου 13 του άρθρου 6. β) Στην ανωτέρω απόφαση καθορίζονται οι γεωγραφικές περιοχές, καθώς και η συχνότητα αναλογικής εκπομπής για τον κάθε νομίμως λειτουργούντα τηλεοπτικό σταθμό περιφερειακής ή τοπικής εμβέλειας που θα απελευθερωθεί, εφόσον απαιτείται, ανά γεωγραφική περιοχή, προκειμένου να έχουν τη δυνατότητα να εκπέμψουν με ψηφιακή τεχνολογία το αναλογικό τους πρόγραμμα στη γεωγραφική αυτή περιοχή. Με την ίδια απόφαση καθορίζονται επίσης οι ψηφιακές συχνότητες, ανά γεωγραφική περιοχή, στις οποίες οι ανωτέρω τηλεοπτικοί σταθμοί θα έχουν τη δυνατότητα να εκπέμψουν το αναλογικό τους πρόγραμμα με ψηφιακή τεχνολογία, υπό την επιφύλαξη της επόμενης παραγράφου.»

Με την παράγραφο 2 του άρθρου 14 του Ν 3592/2007 ορίστηκε, επίσης, η διαδικασία εγκρίσεως, από το ΕΣΡ, του προγράμματος των λειτουργούντων τηλεοπτικών σταθμών προκειμένου να το εκπέμψουν ψηφιακά σύμφωνα με τα προαναφερόμενα.

Ειδικότερα, η εν λόγω παράγραφος όριζε: « Με απόφαση του Ε.Σ.Ρ., κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων, καθορίζονται ποιοι και πόσοι από αυτούς θα εκπέμψουν ψηφιακά το αναλογικό τους πρόγραμμα, ανάλογα με την ποιότητα του προγράμματός τους, που κρίνεται σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 13 του άρθρου 6. Με την ίδια απόφαση καθορίζεται και η συχνότητα στην οποία θα εκπέμψουν ψηφιακά το αναλογικό τους πρόγραμμα, από τις συχνότητες που θα καθοριστούν με την απόφαση της παραγράφου 6.». Τις προϋποθέσεις «νόμιμης» λειτουργίας των εν λόγω τηλεοπτικών σταθμών ρύθμισε και το άρθρο 8 παρ. 2 του Ν 4038/2012 σύμφωνα με το οποίο: «Οι αναφερόμενοι στο άρθρο 5 παρ. 7α του ν. 3592/2007 ως νομίμως λειτουργούντες περιφερειακοί τηλεοπτικοί σταθμοί εξακολουθούν να λειτουργούν νομίμως μέχρι την έκδοση της απόφασης για τη χορήγηση αδειών παροχής περιεχομένου επίγειας ψηφιακής εκπομπής, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 13 του ίδιου νόμου, υπό τους ακόλουθους όρους:
α. Της υποβολής αίτησης κατά τη διάταξη του άρθρου 14 παρ. 2 του ν. 3592/2007 εντός αποκλειστικής προθεσμίας έξι (6) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και της έγκρισης από το ΕΣΡ της ψηφιακής εκπομπής του αναλογικού τους προγράμματος.
β. Της συμμετοχής τους στην οικεία διαγωνιστική διαδικασία για τη χορήγηση αδειών παροχής περιεχομένου επίγειας ψηφιακής εκπομπής η οποία θα διενεργηθεί κατά το άρθρο 13 του ν. 3592/2007.». Εξ άλλου, σε συμμόρφωση προς τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του Ν 4339/2007 εξεδόθη η ΥΑ 211//2008 (ΥΑ 21161 ΦΕΚ Β 1680 2008) «Διαμόρφωση Χάρτη Συχνοτήτων για τη μετάβαση στην επίγεια ψηφιακή τηλεοπτική ευρυεκπομπή», με την οποία καθορίστηκαν οι ψηφιακές συχνότητες, ανά γεωγραφική περιοχή, στις οποίες οι τηλεοπτικοί σταθμοί, των οποίων το πρόγραμμα ενεκρίθη από το ΕΣΡ σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, είχαν τη δυνατότητα να εκπέμψουν το αναλογικό τους πρόγραμμα με ψηφιακή τεχνολογία. Στην περιοχή Χορτιάτη δόθηκαν οι ακόλουθοι δίαυλοι συχνοτήτων : 23, 25, 29, 31, 46, 50, 56 και 59.

Κατ’ εφαρμογή των προβλεπομένων στο άρθρο 13 του Ν 3592/2007, εκδόθηκε, κατόπιν διαγωνιστικής διαδικασίας, η υπ’ αριθμ 706/4/6.2.2014 απόφαση της ΕΕΤΤ με την οποία ανακηρύχθηκε υπερθεματιστής «της Δημοπρασίας για την Χορήγηση Δικαιωμάτων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων Επίγειας Ψηφιακής Ευρυεκπομπής» για το 1 δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων Εθνικής Κάλυψης και τα 13 Δικαιώματα Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων Περιφερειακής Κάλυψης η εταιρεία με την επωνυμία «ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΠΑΡΟΧΟΥ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΜΕΤΑΔΟΣΕΩΝ και τον Δ/Τ DIGEA ΨΗΦΙΑΚΟΣ ΠΑΡΟΧΟΣ ΑΕ». Εν συνεχεία, με την απόφαση 707/2/13.02.2014 της ΕΕΤΤ (όπως αυτή τροποποιήθηκε και ισχύει με την με αριθμό 716/003/30.04.2014 απόφαση της ΕΕΤΤ) χορηγήθηκαν στην εταιρεία DIGEA δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής για την εγκατάσταση, λειτουργία και εκμετάλλευση δικτύου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής και την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Μετά την αδειοδότηση του παρόχου δικτύου έληξε η προβλεπόμενη στο άρθρο 14 του Ν 3592/2007 μεταβατική αυτή περίοδος. Ειδικότερα, με την ΚΥΑ 41167/1375/22.8.2013 (ΦΕΚ Β 2064/2013) όπως τροποποιήθηκε με την ΚΥΑ 40518/1168/Φ.111Α/04.07.2014 (ΦΕΚ 1879/Β/2014) και Οικ 62941/1831/Φ111Α/2910.2014 (ΦΕΚ 2931/30.10.2014 ορίστηκε η 21η Νοεμβρίου 2014 ως ημερομηνία διακοπής των ψηφιακών εκπομπών της ΚΥΑ 21161/2008. Μετά δηλαδή από το παραπάνω χρονικό σημείο κάθε εκπομπή ψηφιακού τηλεοπτικού σήματος ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών πραγματοποιείται αποκλειστικά από τον αδειοδοτημένο πάροχο δικτύου. Τα ανωτέρω προβλέπονται ρητά και στο άρθρο 18 του Ν 4208/2013 σύμφωνα με το οποίο : «Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας χορήγησης δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής, σύμφωνα με το άρθρο 23 του ν. 4070/ 2012 (Α' 82), οι τηλεοπτικοί σταθμοί που λειτουργούν νομίμως σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 8 του ν. 4038/2012 (Α' 14), εφόσον εξέπεμπαν τηλεοπτικό πρόγραμμα στις 31.8.2013, συμβάλλονται με νομίμως αδειοδοτημένο πάροχο δικτύου για την ψηφιακή εκπομπή του προγράμματος τους, μέχρι τη χορήγηση αδειών παροχών περιεχομένου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής όπως προβλέπεται από το ν. 3592/2007, η οποία θα πρέπει να ολοκληρωθεί μέχρι τις 30.6.2014, και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 8 του ν. 4038/2012. Η ψηφιακή εκπομπή του προγράμματος τους υπόκειται στους όρους και στις προϋποθέσεις της παρ. 13 του άρθρου 6 του ν. 3592/2007.». Κατά συνέπεια, οι τηλεοπτικοί σταθμοί των οποίων το πρόγραμμα είχε εγκριθεί από το ΕΣΡ, προκειμένου να το μεταδίδουν με ψηφιακή τεχνολογία στους διαύλους συχνοτήτων που τους είχαν απονεμηθεί, όφειλαν σύμφωνα με τα παραπάνω να διακόψουν την εν λόγω λειτουργία και να συμβληθούν με τον αδειοδοτημένο πάροχο δικτύου για την εφεξής μετάδοση του προγράμματός τους.

Με το άρθρο 37 του Ν 4262/2014, ως τροποποιήθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό και με την υπ’ αριθμ 984/2019 απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, δίδεται η δυνατότητα σε παρόχους περιεχομένου να ζητήσουν την εγκατάσταση, θέση σε λειτουργία και χρήση Συμπληρωματικών Εγκαταστάσεων Εκπομπής (ΣΕΕ) σε Περιφερειακές Ζώνες (ΠΖ) που υποεξυπηρετούνται. Οι ΣΕΕ εντάσσονται αποκλειστικά και μόνο στα ομοσυχνοτικά δίκτυα των εξυπηρετούμενων ΠΖ και τελούν υπό την τεχνική εποπτεία και ευθύνη του παρόχου δικτύου ο οποίος οφείλει να δηλώσει πριν την έκδοση της σχετικής υπουργικής αποφάσεως ότι συμφωνεί με την υποβληθείσα από τον αιτούντα τεχνική μελέτη. Ειδικότερα, το άρθρο 37 του Ν 4262/2014 ορίζει σε σχέση με την εμβέλεια των νομίμως λειτουργούντων περιφερειακών τηλεοπτικών σταθμών: «Κατά το μεταβατικό διάστημα μεταξύ της υποχρεωτικής έναρξης ψηφιακής εκπομπής από τα οριζόμενα στην υπ’ αριθμ. 42800/5.10.2012 κοινή απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων και του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό (B’ 2704) κέντρα εκπομπής μέχρι τη χορήγηση αδειών παροχών περιεχομένου επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής σύμφωνα με το ν. 3592/2007 (Α' 161), οι περιφερειακοί τηλεοπτικοί σταθμοί που εμπίπτουν στις προβλέψεις της παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 4038/2012 (Α' 14) και του άρθρου 18 του ν. 4208/2013 (Α' 252) και εξακολουθούν να λειτουργούν νομίμως, υποχρεούνται να εκπέμπουν ψηφιακά το πρόγραμμά τους στην Περιφερειακή Ζώνη (ΠΖ) που αντιστοιχεί στην Ευρύτερη Περιοχή Εξυπηρέτησης (ΕΠΕ) στην οποία εκπέμπουν νομίμως, σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοίχισης που ακολουθεί. Στον παρακάτω πίνακα αντιστοιχίζονται για τις ανάγκες του παρόντος οι δεκατρείς (13) ΠΖ που έχουν καθοριστεί με την υπ’ αριθμ. 45858/1799/Φ150/12.9.2013 απόφαση του Υπουργού Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων (Β' 2359), όπως ισχύει, με τις δεκατέσσερις (14) ΕΠΕ που έχουν καθοριστεί με την υπ’ αριθμ. 21161/12.8.2008 κοινή απόφαση των Υπουργών Μεταφορών και Επικοινωνιών και Επικρατείας (Β' 1680), όπως ισχύει.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΣΗΣ
ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ ΕΠΕ 1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14
ΠΖ-5 ΠΖ-4 ΠΖ-2&3 ΠΖ-1 ΠΖ-1 ΠΖ-7 ΠΖ-13 ΠΖ-8 ΠΖ-6 ΠΖ-6 ΠΖ-9 ΠΖ-12 ΠΖ-11 ΠΖ-10
«Εάν δεν είναι δυνατή η λήψη και αποδιαμόρφωση του διαύλου που μεταφέρει περιεχόμενα περιφερειακών τηλεοπτικών σταθμών σε τμήμα της ΠΖ, εντός της οποίας εκπέμπουν νομίμως, επιτρέπεται η ψηφιακή αναμετάδοση του ανωτέρω διαύλου και από σημεία εκτός αυτής, μέσω Συμπληρωματικών Εγκαταστάσεων Εκπομπής (ΣΕΕ), οι οποίες εντάσσονται σε ομοσυχνοτικό δίκτυο εντός της ανωτέρω ΠΖ. Η κατά τα ανωτέρω εγκατάσταση επιτρέπεται κατόπιν απόφασης της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ε.Ε.Τ.Τ.) μετά από υποβολή σχετικής δήλωσης από τον πάροχο δικτύου, στον οποίο έχουν απονεμηθεί τα δικαιώματα επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής, με τα πλήρη στοιχεία των τεχνικών χαρακτηριστικών των ως άνω ΣΕΕ κατά τα οριζόμενα στην κείμενη νομοθεσία και μόνο εφόσον από τη συγκεκριμένη εκπομπή δεν προκαλείται επιζήμια παρεμβολή σε άλλα νόμιμα δίκτυα. Η Ε.Ε.Τ.Τ. εκδίδει κανονισμό, με τον οποίο ρυθμίζεται η ως άνω διαδικασία.». Με την πρόσφατη τροποποίηση του ανωτέρω άρθρου, η οποία ψηφίστηκε την 21.11.2018, το τέταρτο και πέμπτο εδάφιο του άρθρου 37 του Ν 4262/2014 αντικαταστάθηκε ως ακολούθως: «Η κατά τα ανωτέρω εγκατάσταση επιτρέπεται με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης μετά από υποβολή κοινής αίτησης από τους παρόχους περιεχομένου ενός διαύλου (πολυπλέκτη) περιφερειακής εμβέλειας που επιθυμούν να μεταδοθεί το πρόγραμμά τους από ΣΕΕ εντός αποκλειστικής προθεσμίας είκοσι (20) εργάσιμων ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης του επόμενου εδαφίου.

Με απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, ύστερα από γνώμη της ΕΕΤΤ, ορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις εγκατάστασης και λειτουργίας των ΣΕΕ, τα δικαιολογητικά έγγραφα που συνοδεύουν την ανωτέρω αίτηση περί λειτουργίας ΣΕΕ και κάθε άλλο σχετικό ζήτημα. Το κόστος αγοράς, εγκατάστασης, λειτουργίας, μεταφοράς του σήματος στις ΣΕΕ και συντήρησης των ανωτέρω ΣΕΕ 10 βαρύνει τους αιτούντες παρόχους περιεχομένου και σε καμία περίπτωση δεν εντάσσεται στα κόστη λειτουργίας του δικτύου και δεν επηρεάζει το Ανώτατο Όριο Τιμών (ΑΟΤ)». Σε εκτέλεση της ανωτέρω διατάξεως εξεδόθη η υπ’ αριθμ 984/2019 απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης υπό τον τίτλο «Όροι και προϋποθέσεις εγκατάστασης και λειτουργίας Συμπληρωματικών Εγκαταστάσεων Εκπομπής (ΣΕΕ) επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής» σύμφωνα με την οποία: «Προϋπόθεση για την δημιουργία μίας ή περισσοτέρων Συμπληρωματικών Εγκαταστάσεων Εκπομπής για την πληρέστερη ψηφιακή κάλυψη μιας ΠΖ είναι η ύπαρξη υποεξυπηρετούμενων περιοχών εντός της εν λόγω ΠΖ, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 3 της παρούσας απόφασης Οι ΣΕΕ εντάσσονται αποκλειστικά και μόνο στα ομοσυχνοτικά δίκτυα των Εξυπηρετούμενων ΠΖ. Δεν επιτρέπεται η εγκατάσταση και λειτουργία ΣΕΕ σε ομοσυχνοτικό δίκτυο διαφορετικό από την εξυπηρετούμενη ΠΖ σύμφωνα με την κοινή ΥΑ 42800/12 όπως εκάστοτε ισχύει. Οι ΣΕΕ βρίσκονται υπό την τεχνική εποπτεία και ευθύνη του Κατόχου Δικαιωμάτων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων Ομοσυχνοτικού Δικτύου Επίγειας Ψηφιακής Ευρυεκπομπής, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, ο οποίος αναλαμβάνει την εγκατάσταση θέση σε λειτουργία κα χρήση των ΣΕΕ». Κατά το άρθρο 3 της ιδίας απόφασης το οποίο ορίζει την διαδικασία έγκρισης, εγκατάστασης και λειτουργίας ΣΕΕ απαιτείται και «έγγραφη σύμφωνη γνώμη του Κατόχου Δικαιωμάτων Χρήσης Ραδιοσυχνοτήτων Ομοσυχνοτικού Δικτύου Επίγειας Ψηφιακής Ευρυεκπομπής ότι συμφωνεί με την υποβληθείσα τεχνική μελέτη».

Τέλος, σύμφωνα με τον ισχύοντα χάρτη συχνοτήτων (Υ.Α. 14879/2008 - ΦΕΚ Β 4991/2018) η επίγεια ψηφιακή ευρυ-εκπομπή στην περιοχή Επανομής Θεσσαλονίκης επιτρέπεται από τους διαύλους ραδιοσυχνοτήτων με αριθμούς 24, 27, 30, 36, 43, 48, 55 και 56.

Εκ τούτων, δηλαδή, συνάγεται ότι κατά την περίοδο μετάβασης από την αναλογική στην ψηφιακή μετάδοση προγραμμάτων, επετράπη στους πάροχους οπτικοακουστικού περιεχομένου να μεταδίδουν το αναλογικό τους πρόγραμμα και ψηφιακά. Προϋπόθεση δε για τη άσκηση του δικαιώματος αυτού ήταν η έγκριση του προγράμματός τους από το ΕΣΡ. Με την εγκριτική απόφαση το ΕΣΡ όριζε μεταξύ άλλων και τον δίαυλο συχνοτήτων μέσω του οποίου ο πάροχος περιεχομένου όφειλε να μεταδίδει το εγκριθέν πρόγραμμά του ψηφιακά. Τον Νοέμβριο του 2014 έληξε οριστικά η εν λόγω μεταβατική περίοδος δεδομένου ότι είχε ήδη αδειοδοτηθεί από την ΕΕΤΤ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Ν 3592/2007 και το Ν 4070/2012, ο πάροχος δικτύου στον οποίο εκχωρήθηκαν τα δικαιώματα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής για την εγκατάσταση, λειτουργία και εκμετάλλευση δικτύου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής και την παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών. Έκτοτε, όφειλαν οι λογιζόμενοι νόμιμοι πάροχοι περιεχομένου να συμβληθούν μαζί του για την μετάδοση του προγράμματός τους ψηφιακά. Με το άρθρο 37 του Ν 4262/2014, ως τροποποιήθηκε και ισχύει, σε συνδυασμό και με την υπ’ αριθμ 984/2019 απόφαση του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, δίδεται η δυνατότητα σε παρόχους περιεχομένου να ζητήσουν την εγκατάσταση θέση σε λειτουργία και χρήση των ΣΕΕ σε ΠΖ που υπο-εξυπηρετούνται. Οι ΣΕΕ εντάσσονται αποκλειστικά και μόνο στα ομοσυχνοτικά δίκτυα των Εξυπηρετούμενων ΠΖ και τελούν υπό την τεχνική εποπτεία και ευθύνη του παρόχου δικτύου, ο οποίος οφείλει να δηλώσει πριν την έκδοση της σχετικής υπουργικής αποφάσεως ότι συμφωνεί με την υποβληθείσα από τον αιτούντα τεχνική μελέτη». Οι δίαυλοι συχνοτήτων που χρησιμοποιούν οι ελεγχόμενες εταιρείες δεν συγκαταλέγονται σε εκείνους που έχουν εκχωρηθεί για τη μετάδοση ραδιοτηλεοπτικού σήματος στη συγκεκριμένη περιοχή. Με βάση τα ανωτέρω, το ΕΣΡ επέβαλε την προαναφερόμενη κύρωση στην αιτούσα λόγω της αρνήσεώς της να συμμορφωθεί προς τις επιταγές του νόμου (άρθρο 13 παρ. 1 του Ν 35982/2007 και 18 του Ν 4208/2013) αλλά και την προαναφερόμενη απόφαση της ΕΕΤΤ και απέρριψε τους ισχυρισμούς της περί δήθεν αρνήσεως του παρόχου δικτύου να συνάψει σύμβαση μαζί της, απαιτώντας εκβιαστικά την παραίτησή τους από αίτηση ακυρώσεως που έχουν ασκήσει κατά της προκήρυξης της ΕΕΤΤ για τη χορήγηση δικαιωμάτων χρήσης ραδιοσυχνοτήτων επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής, στο πλαίσιο της οποίας αδειοδοτήθηκε. Το ΕΣΡ έκρινε ότι ο εν λόγω ισχυρισμός δεν ευσταθεί διότι σύμφωνα με τον όρο 8 της αδείας [Αποφ. 716-003 (ΦΕΚ Β 1693/2014) της ΕΕΤΤ] ο πάροχος οφείλει «να παρέχει πρόσβαση έναντι ανταλλάγματος σε όλα τα απαραίτητα στοιχεία του δικτύου επίγειας ψηφιακής ευρυεκπομπής ώστε να καθίσταται δυνατή η επίγεια ψηφιακή ευρυεκπομπή όλων των αδειοδοτημένων από τον αρμόδιο φορέα περιεχομένων»» Κατά τούτο, τυχόν άρνηση - για οποιοδήποτε λόγο - του παρόχου να συμβληθεί με τους «αδειοδοτημένους» από το ΕΣΡ - σύμφωνα με τα οριζόμενα στο Ν 3592/2007 - παρόχους περιεχομένου, θα συνιστούσε παράβαση συμβατικού όρου που επισύρει τις οριζόμενες στο νόμο κυρώσεις (δείτε όρο 17 της ανωτέρω απόφασης). Πέραν τούτου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 32 του ΠΔ 18/1989 (Κωδικοποίηση νομοθεσίας για το ΣτΕ): «Καταργείται ομοίως η δίκη αν μετά την άσκηση της αίτησης ακυρώσεως και έως την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης η προσβαλλόμενη πράξη έπαυσε για οποιοδήποτε λόγο να ισχύει, εκτός αν ο αιτών επικαλείται ιδιαίτερο έννομο συμφέρον που δικαιολογεί τη συνέχιση της δίκης...». Η προσβαλλομένη προκήρυξη έπαψε να ισχύει διότι το ρυθμιστικό της περιεχόμενο εξαντλήθηκε με την ολοκλήρωση της διαδικασίας αδειοδότησης του παρόχου δικτύου. Οι αιτούντες δεν έχουν, επίσης, «ιδιαίτερο έννομο συμφέρον το οποίο επιβάλλει την συνέχιση της δίκης» δεδομένου ότι ακόμα και εάν ήθελε ακυρωθεί η προσβαλλομένη, οι εταιρείες αυτές, ως πάροχοι περιεχομένου δεν θα μπορούσαν να παρέχουν υπηρεσίες δικτύου, αφού οι δύο αυτές ιδιότητες δεν μπορούν να συμπέσουν στον ίδιο πάροχο σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 13 του ν 3592/2007. Εξ άλλου, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 78 του Ν.4070/2012 «Ρυθμίσεις Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, Μεταφορών, Δημοσίων Έργων και άλλες διατάξεις» που διέπει την εν λόγω διαγωνιστική διαδικασία «Η προθεσμία για την άσκηση της αίτησης ακύρωσης ή της προσφυγής, κατά περίπτωση, και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την εκτέλεση των προσβαλλόμενων αποφάσεων της Ε.Ε.Τ.Τ., εκτός εάν, μετά από αίτηση του αιτούντος ή του προσφεύγοντος, το δικαστήριο, με αιτιολογημένη απόφαση του, αναστείλει εν όλω ή εν μέρει την εκτέλεση της πράξης, κατά τις ισχύουσες διατάξεις». Δικαστική απόφαση για την αναστολή εκτέλεσης της Προκήρυξης δεν έχει υποβληθεί από τους αιτούντες ούτε προκύπτει ότι εκκρεμεί αίτηση αναστολής εκτέλεσης. Κατά συνέπεια, η προσβολή της προαναφερόμενης προκήρυξης με αίτηση ακυρώσεως, δεν αναστέλλει την διαδικασία αδειοδότησης του παρόχου δικτύου που αποτελεί νόμιμο έρεισμα της αποκλειστικής παροχής του ψηφιακού σήματος στην Ελλάδα από την εταιρεία DIGEA ώστε να αποτελεί λόγο αναστολής της έκδοσης απόφαση του ΕΣΡ επί της κρινομένης υποθέσεως.» .

Η αιτούσα είχε υποβάλει την από 10.2.2023 αίτηση και με αριθμό πρωτοκόλλου ΕΣΡ 618/2023 αίτηση θεραπείας κατά της ίδιας απόφασης η οποία απερρίφθη από το ΕΣΡ (απόφαση 109/2023) με το σκεπτικό ότι «Δεν προσκομίζεται, όμως, κάποιο «νέο», υπό την προεκτεθείσα έννοια, στοιχείο, το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει νόμιμη βάση για την αιτούμενη ανάκληση. Δεν συνιστούν δε τέτοια δεδομένα τα επικαλούμενα (και προσκομιζόμενα) από την αιτούσα έγγραφα, ήτοι «αποσπάσματα από το τηλεοπτικό πρόγραμμα, από το οποίο προκύπτει ότι ο σταθμός είναι σε λειτουργία - οικονομικά στοιχεία από τα οποία να προκύπτει η αποκόμιση εσόδων από την παραπάνω δραστηριότητα - πρόταση σύναψης/σχέδιο σύμβασης με τη DIGEA, στο οποίο περιέχεται ο όρος ότι για την υπογραφή της απαιτείται η ανάκληση της με αριθ. 67/2019 απόφασης του ΕΣΡ...». Ούτε, βεβαίως, υπάρχει σφάλμα προκύπτον από την ίδια την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη. Κατά συνέπεια, η αίτηση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, ανεξάρτητα αν θα μπορούσε να θεωρηθεί η άσκησή της παραδεκτή μετά την έκδοση της προαναφερόμενης απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας.».

Παράλληλα, η αιτούσα είχε υποβάλλει και αίτηση ακυρώσεως κατά της προσβαλλομένης αποφάσεως του ΕΣΡ, η οποία απερρίφθη με την υπ’ αριθμ 2178/2022 απόφαση του ΣτΕ, το οποίο έκρινε μεταξύ άλλων: «12. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση υποστηρίζεται ότι αντίκειται στο άρθρο 15 παρ.1 του Συντάγματος και τον απονεμόμενο ρόλο στο ΕΣΡ η δέσμευση του από την προηγούμενη κρίση άλλων οργάνων ή αρχών, όπως εν προκειμένω η ΕΕΤΤ, η οποία δεν απολαμβάνει των εγγυήσεων του άρθρου 101 Α του Συντάγματος και ότι περιορίζεται κατά τούτο η αρμοδιότητα του ΕΣΡ στην τυπική έκδοση της τελικής πράξης χορήγησης της άδειας μετά από διαδικασία που έχει διενεργήσει η ΕΕΤΤ. Ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως ερειδόμενος επί εσφαλμένης νομικής προϋπόθεσης. Και τούτο διότι, από τις ανωτέρω παρατεθείσες διατάξεις, όπως ερμηνεύθηκαν στην ένατη σκέψη, προκύπτει ότι υφίστανται διακριτές υπηρεσίες εποπτευόμενες από διαφορετικές ανεξάρτητες αρχές οι οποίες απολήγουν στην χορήγηση διαφορετικών αδειών ήτοι αφενός η παροχή δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικής επικοινωνίας, η οποία αφορά τη μετάδοση με χρήση ραδιοσυχνοτήτων και εποπτεύεται από την ΕΕΤΤ και αφετέρου η παροχή ραδιοτηλεοπτικού περιεχομένου- προγράμματος, η οποία εποπτεύεται από το ΕΣΡ. Στην επίδικη περίπτωση, η προσβαλλόμενη πράξη δεν εκδόθηκε στα πλαίσια διαδικασίας αδειοδότησης (διαγωνιστικής ή άλλης) για παρόχους περιεχομένου και επομένως είναι απορριπτέος ο λόγος περί τυπικής συμμετοχής του ΕΣΡ στην έκδοση της προσβαλλόμενης, η οποία δεν συνιστά πράξη αδειοδότησης. Ούτε εξάλλου συντρέχει περιορισμός της αρμοδιότητας του ΕΣΡ, από την λήψη υπόψη από αυτό, αποφάσεων και διαπιστώσεων άλλης αρχής, όπως αβασίμως ισχυρίζονται οι αιτούσες, διότι η ΕΕΤΤ εν προκειμένω κινούμενη εντός των ορίων της απονεμόμενης σε αυτήν αρμοδιότητας ελέγχου της χρήσης ραδιοσυχνοτήτων, διαπίστωσε παραβάσεις, για τις οποίες ενημέρωσε το ΕΣΡ, το δε τελευταίο, στα πλαίσια της απονεμόμενης σε αυτό αρμοδιότητας εκτίμησε τα διαπιστωθέντα πραγματικά περιστατικά υπαγάγοντας αυτά στους κατά περίπτωση εφαρμοστέους κανόνες δικαίου. 13. Επειδή, οι ανακληθείσες, με την προσβαλλόμενη, πράξεις δεν συνιστούσαν άδειες λειτουργίας, αλλά εγκρίσεις κατ’ άρθρο 14 παρ.2 του ν.3592/2007 και 8 παρ.2 του ν.4038/2012 της ψηφιακής μετάδοσης από συγκεκριμένες ραδιοσυχνότητες του προγράμματος των αιτουσών. Ο τρόπος αυτός μετάδοσης, κατά ρητή επιταγή του νόμου, συνιστούσε μεταβατικό στάδιο (πρβλ ΣτΕ60/2020 σκ.15). Ως χρόνος λήξης του μεταβατικού αυτού σταδίου, ορίστηκε, με το άρθρο 18 του ν.4208/2013 η αδειοδότηση του παρόχου δικτύου. Συνεπώς, κατόπιν αφενός της ανάδειξης του παρόχου δικτύου, αφετέρου της απονομής συγκεκριμένων ραδιοσυχνοτήτων ανά περιφερειακή ζώνη, το αντικείμενο των ανακληθεισών πράξεων εξέλειπε, καθώς ούτε η μετάδοση του προγράμματος των τηλεοπτικών σταθμών των αιτουσών μπορούσε πλέον να στηριχθεί στην διάταξη του άρθρου 14 παρ.2 του ν. 3592/2007, ούτε επιτρεπόταν βάσει του ισχύοντος χάρτη ραδιοσυχνοτήτων στις αρχικά απονεμηθείσες συχνότητες, ούτε, εξ άλλου, άλλη διάταξη νόμου ή διοικητική πράξη επέτρεπε την μετάδοση αυτή κατά τον κρίσιμο χρόνο. Επομένως, η προσβαλλόμενη πράξη είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη, τα δε περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα».

Με την υπό κρίση αίτηση θεραπείας, η αιτούσα ζητά, εκ νέου και μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 2178/8.11.2022 αποφάσεως του ΣτΕ, την ανάκληση της υπ’ αριθμ 67/12.4.2019 αποφάσεως του ΕΣΡ, λέγοντας ότι επειδή η συνέχιση της δικαστικής διεκδίκησης του τηλεοπτικού της σταθμού, μετά την έκδοση της ως άνω αποφάσεως του Συμβουλίου Επικρατείας (2178/8.11.2022) καθίσταται πλέον αδύνατη, αποφασίστηκε η υπογραφή σύμβασης με την DIGEA, η οποία υπεγράφη ήδη την 26η Οκτωβρίου 2023 και κατεβλήθη η προβλεπόμενη στη μεταξύ τους σύμβαση εγγύηση, ύψους 9.800 ευρώ, επισύναψε δε στην κρινόμενη αίτηση θεραπείας (ΑΠ ΕΣΡ 6002/21.11.2023) την από 26 Οκτωβρίου 2023 υπογεγραμμένη σύμβαση με τον πάροχο δικτύου DIGEA - ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΠΑΡΟΧΟΥ ΨΗΦΙΑΚΩΝ ΜΕΤΑΔΟΣΕΩΝ, καθώς και αντίγραφο του από 27 Οκτωβρίου 2023 ηλεκτρονικού μηνύματος - απάντησης της
Regional Account Manager της DIGEA κ. Θεοδώρας Κολιάδου, στο οποίο αναφέρονται, μεταξύ των άλλων, και τα εξής: «Καταβλήθηκε από πλευράς σας στο ακέραιο, το ποσό της προβλεπόμενης στη σύμβαση εγγύησης ποσού 9.800€. Παραλάβαμε την υπογεγραμμένη - από πλευράς σας - σύμβαση παροχής υπηρεσιών και προχωράμε άμεσα στην υπογραφή της από μέρους μας και στη συνέχεια θα σας αποσταλεί το ένα πρωτότυπο αντίγραφο...». Στον όρο 18.3 της από 26.10.2023 σύμβασης αναφέρεται ότι: «Συμφωνείται ρητά και ανεπιφύλακτα από τα συμβαλλόμενα μέρη ότι σε περίπτωση μη ανακλήσεως έως τη Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024 από το ΕΣΡ της υπ’ αριθμ. 67/2019 αποφάσεώς του όσον αφορά τον τηλεοπτικό σταθμό ΠΕΛΛΑ της Εταιρείας, η παρούσα Σύμβαση λύεται αυτομάτως και αυτοδικαίως του παρόντος όρου επέχοντος θέση διαλυτικής αιρέσεως.».

Στο με αριθμό πρωτ. ΕΣΡ 1403/15.3.2024 υπόμνημα, που κατέθεσε στη Γραμματεία της Ολομέλειας η αιτούσα εταιρεία, με τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Κώστα Χρυσόγονο, αναφέρεται, μεταξύ των άλλων, και ότι: «... με το από 10.1.2024 Ιδιωτικό Συμφωνητικό μεταξύ ημών τροποποιήθηκε ο ανωτέρω όρος ως προς την ημερομηνία επέλευσης της διαλυτικής αίρεσης, η οποία προσδιορίστηκε για την Τρίτη 30 Απριλίου 2024», πλην όμως δεν υπεβλήθη με το υπόμνημα το ιδιωτικό αυτό συμφωνητικό στο ΕΣΡ αλλά υπεβλήθη με το από 14.5.2024 ηλεκτρονικό μήνυμα του πληρεξουσίου δικηγόρου της αιτούσας κ. Κώστα Χρυσόγονου (ΑΠ ΕΣΡ 2898/14.5.2024) σε απάντηση του από 13.5.2024 ηλεκτρονικού μηνύματος του Γραφείου της Προέδρου του ΕΣΡ, το οποίο και εντάχθηκε την ίδια ημέρα στον οικείο φάκελο με αριθμό 243/22.11.2023. Την 30.4.2024 και ώρα 14.30 μμ, μετά τη λήξη της συνεδρίασης της Ολομέλειας του ΕΣΡ, παραδόθηκε στην Ολομέλεια από την αρμόδια Γραμματέα η με αριθμό πρωτ 8904/26.4.2024 επιστολή του παρόχου δικτύου DIGEA προς την αιτούσα εταιρία, η οποία κοινοποιήθηκε στο ΕΣΡ (ΑΠ ΕΣΡ 2522/26.4.2024) στην οποία αναφέρονται τα παρακάτω: «Αγαπητέ κ. Κοσκινόπουλε. Σας δηλώνουμε ότι δυνάμει του όρου 18.3 της από 26.10.2023 μεταξύ μας Σύμβασης, σε περίπτωση μη ανακλήσεως από το ΕΣΡ έως την Τρίτη 30 Απριλίου 2024 της υπ’ αριθμ. 67/2019 αποφάσεώς του, η εν λόγω Σύμβαση θα λυθεί αυτομάτως και αυτοδικαίως κατά την ανωτέρω ημερομηνία. Σε περίπτωση που έως την ανωτέρω ημερομηνία το ΕΣΡ δεν προβεί στην ανάκληση της υπ’ αριθμ. 67/2019 αποφάσεώς του, η εταιρεία μας θα σας επιστρέψει το ποσό της χρηματικής εγγύησης που καταβάλατε την 25.10.2023 δυνάμει του όρου 5.5 της Σύμβασης, ύψους 9.800 ευρώ. Συνακόλουθα, στην ανωτέρω περίπτωση η εταιρεία σας θα πρέπει να προβεί στην επιστροφή του εξοπλισμού που η Εταιρεία μας σας απέστειλε την 15.12.2023 και έχετε ήδη παραλάβει. Τέλος, σας δηλώνουμε ότι σε περίπτωση ανάκλησης της υπ’ αριθμ. 67/2019 από το ΕΣΡ και της συνακόλουθης συμπερίληψης του τηλεοπτικού σας σταθμού «ΠΕΛΛΑ TV» στον πίνακα των νομίμως λειτουργούντων περιφερειακών τηλεοπτικών σταθμών του ΕΣΡ, η Εταιρεία μας θα συνεργαστεί άμεσα με την εταιρεία σας για σύναψη νέας σύμβασης και εκ νέου αποστολής του ανωτέρω εξοπλισμού για την παροχή υπηρεσιών εκ μέρους μας, εφόσον λάβει σχετικό αίτημα από εσάς.».
Μέχρι και την 30 Απριλίου 2024 (ημερομηνία πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης) η Ολομέλεια του ΕΣΡ δεν είχε αποφασίσει επί της υποθέσεως και δεν είχε ανακαλέσει την αριθμ. 67/2019 απόφασή του, αφού η διάσκεψη για την υπόθεση αυτή, όπως προκύπτει από το σχετικό πρακτικό διάσκεψης της Ολομέλειας έλαβε χώρα την 27.5.2024.

ΙΙΙ. Υπαγωγή

Με το περιεχόμενο αυτό, κατά την κρίση της πλειοψηφίας, η αίτηση παραδεκτά εισάγεται ενώπιον του ΕΣΡ και πρέπει να γίνει δεκτή κατ’ ουσία, δεδομένου ότι η αιτούσα προσκομίζει νέα στοιχεία από τα οποία μπορεί να συναχθεί με ασφάλεια η βούλησή της να συμμορφωθεί προς τις νόμιμες υποχρεώσεις της σε σχέση με την μετάδοση των προγραμμάτων της. Ως τέτοιο στοιχείο έχει δεχθεί το ΕΣΡ, στο παρελθόν, την κατάρτιση συμβάσεως με τον πάροχο δικτύου (δείτε τις υπ’ αριθμ 118/2019 και 129/2019 αποφάσεις του ΕΣΡ). Συνεπώς, για λόγους ισότητας, πρέπει, κατά την άποψη της πλειοψηφίας, να ισχύσουν τα αυτά. Η Ολομέλεια κρίνει, επίσης κατά πλειοψηφία, ότι δεν δεσμεύεται από την προηγούμενη με αριθμό 2178/2022 απόφαση του ΣτΕ, δεδομένου ότι αυτή έκρινε την νομιμότητα της προσβαλλομένης υπ’ αριθμ. 67/2019 απόφασης του ΕΣΡ με βάση τα τότε πραγματικά δεδομένα και γίνεται δεκτό από τη νομολογία ότι η διοίκηση δεν κωλύεται ύστερα από ακυρωτική απόφαση να επανεξετάσει υπόθεση από πραγματική ή νομική άποψη εφόσον η νέα πράξη στηριχθεί σε ερμηνεία διατάξεων ή εκτίμηση πραγματικών περιστατικών μεταγενέστερων της δικαστικής κρίσης (ΣτΕ 3126/1992, 3774/1990, 1315/1964, 1388/1964. 2799/1965, 1063/1970. ΔΕφΑ 1684/1989, ΔΔικ 1989/1276)). Όμοια είναι και η άποψη της θεωρίας. Ειδικότερα ο Π. Δαγτόλγου αναφέρει (εκδ. 3η, 2004, σελ.778) ότι «η υποχρέωση της διοικήσεως προς αποθετική συμμόρφωση δεν την εμποδίζει ν’ απορρίψει νέα αίτηση με το ίδιο αντικείμενο για λόγους άλλους από εκείνους για τους οποίους είχε απορρίψει παλαιά και τους οποίους θεώρησε παράνομους το δικαστήριο, ούτε κωλύεται η διοίκηση να ανακαλέσει πράξη που το δικαστήριο θεώρησε νόμιμη αν η δικαστική κρίση στηρίχθηκε στην έρευνα λόγων άλλων από εκείνους τους οποίους στηρίζει τώρα την ανακλητική η διοίκηση, εφόσον προέκυψαν νεότερα πραγματικά δεδομένα που δεν είχαν αποτελέσει αντικείμενο κρίσεως κατά την προηγούμενη δίκη. Πράγματι κατά την νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η διοίκηση δεν κωλύεται, ύστερα από την ακυρωτική απόφαση, να επανεξετάσει την όλη υπόθεση από πραγματική και νομική άποψη και να μεταβάλλει την πραγματική βάση, εφόσον η νέα πράξη στηριχθεί σε ερμηνεία διατάξεων ή εκτίμηση πραγματικών περιστατικών για τα οποία δεν έγινε έρευνα και κρίση στη δίκη που οδήγησε στην ακυρωτική απόφαση.». Τα αυτά λέγουν και οι Π. Λαζαράτος, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, εκδ 4, σελ 859, οι Β. Μωυσιδης, ΚΔΔ, Κατ’ άρθρον ερμηνεία, έκδ. Στ. 2017, σελ. 1004.

Κατά τη γνώμη, όμως, της Προέδρου του ΕΣΡ Ευτέρπης Κουτζαμάνη-Δρίλια και ενός (1) μέλους, και δη του κ.κ. Πέτρου Τριανταφυλλίδη, που μειοψήφησαν, έπρεπε η κρινόμενη αίτηση θεραπείας να απορριφθεί ως απαράδεκτη, διότι το δεδικασμένο από την αριθμ. 2178/2022 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία απορρίφθηκε η από 20 Σεπτεμβρίου 2019 αίτηση ακυρώσεως της αιτούσας ανώνυμης εταιρείας, με την επωνυμία «ΠΕΛΛΑ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΑΕ» κατά της αριθμ. 67/2019 αποφάσεως του ΕΣΡ, της οποίας ζητείται η ανάκληση με την αριθμ. πρωτοκόλλου ΕΣΡ 6002/21.11.2023 αίτηση θεραπείας, δεσμεύει τη διοίκηση η οποία δεν μπορεί να ανακαλέσει την προσβληθείσα πράξη ως παράνομη, δεν συνιστά δε, κατά την άποψη της μειοψηφίας, νεότερο πραγματικό δεδομένο η επικαλούμενη (και προσκομιζόμενη) από την αιτούσα υπογεγραμμένη από 26 Οκτωβρίου 2023 σύμβαση με την DIGEA και η καταβολή της προβλεπόμενης σ’ αυτή εγγύησης, ύψους 9.800 ευρώ, στην οποία (σύμβαση) περιέχεται ο όρος ότι: «Συμφωνείται ρητά και ανεπιφύλακτα από τα συμβαλλόμενα μέρη ότι σε περίπτωση μη ανακλήσεως έως τη Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024 από το ΕΣΡ της υπ’ αριθμ. 67/2019 αποφάσεώς του, όσον αφορά τον τηλεοπτικό σταθμό ΠΕΛΛΑ της Εταιρείας, η παρούσα σύμβαση λύεται αυτομάτως και αυτοδικαίως, του παρόντος επέχοντος θέση διαλυτικής αιρέσεως», ο οποίος, όρος, τροποποιήθηκε, με το από 10.1.2024 Ιδιωτικό Συμφωνητικό, ως προς την ημερομηνία πλήρωσης της διαλυτικής αίρεσης, η οποία προσδιορίστηκε για την Τρίτη 30 Απριλίου 2024, αφού η διαλυτική αυτή αίρεση πληρώθηκε γιατί πέρασε άπρακτη η προθεσμία της 30 Απριλίου 2024 και η Ολομέλεια του ΕΣΡ δεν είχε αποφασίσει την ανάκληση της αριθμ. 67/2019 απόφασής της, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, και επομένως, κατά τη βούληση των μερών ανατράπηκε όλη η σύμβαση και επανήλθε αυτοδικαίως, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στη διάταξη του άρθρου 202 του ΑΚ στην προηγούμενη κατάσταση, δηλαδή στη μη ύπαρξη σύμβασης με την DIGEA. Ούτε, βεβαίως, υπάρχει σφάλμα προκύπτον από την ίδια την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη.
Δεν προκύπτει εξάλλου καμία υποχρέωση για τη Διοίκηση να ανακαλεί τις ατομικές πράξεις της που έχουν προσβληθεί ανεπιτυχώς με αίτηση ακύρωσης, εκτός αν συντρέχει κάποια από τις ακόλουθες καταστάσεις: 1) Η υποχρέωση αυτή επιβάλλεται βάσει υπέρτερου νομικού κανόνα. 2) Η ανάκληση παρίσταται αναγκαία για τη συμμόρφωση προς ακυρωτική απόφαση (ΣτΕ 1679/2018, ΣτΕ 2123/2006). Κατά την ενωσιακή άλλωστε νομολογία, το γεγονός ότι μια ατομική πράξη έχει καταστεί απρόσβλητος συμβάλλει στην ασφάλεια δικαίου με συνέπεια να μην απαιτείται κατά τους ενωσιακούς κανόνες να έχει καταρχήν το αρμόδιο όργανο την υποχρέωση να επανεξετάσει την υπόθεση στην οποία αφορά η απόφασή του, με μοναδική εξαίρεση στην περίπτωση που πρέπει να λάβει υπόψη του την ερμηνεία ενός κρίσιμου ενωσιακού κανόνα, στην οποία έχει προβεί στο μεταξύ το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ C-453/00 Kuhne και Heitz, ΔΕΕ C-2/06 Willy Kempter, ΔΕΕ C-249/11 Hristo Byankov). Δεν συντρέχει στην προκειμένη υπόθεση καμία από τις ανωτέρω προϋποθέσεις, που να επιβάλλει την εξέταση του αιτήματος για ανάκληση της αριθμ. 67/2019 απόφασης του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης, κατά της οποίας η αίτηση ακυρώσεως έχει απορριφθεί με την αριθμ. 2178/2022 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Κατά συνέπεια, η αίτηση έπρεπε να απορριφθεί ως απαράδεκτη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Η ΟΛΟΜΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΕΩΣ

Δέχεται, κατά πλειοψηφία, με ψήφους πέντε (5) έναντι δύο (2), την υπό κρίση αίτηση θεραπείας και ανακαλεί την υπ’ αριθμ. 67/2029 απόφασή του, καθόσον αφορά την αιτούσα εταιρεία με την επωνυμία «ΠΕΛΛΑ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΑΕ», φορέα του τηλεοπτικού σταθμού με τον διακριτικό τίτλο «ΠΕΛΛΑ TV», που εδρεύει στα Γιαννιτσά, στην οδό Ακροπόλεως αριθμ. 3.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε την 27η Μαΐου 2024 και δημοσιεύτηκε την 11η Ιουλίου 2024.

Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΟΥ Ε.Σ.Ρ.                       H ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΕΥΤΕΡΠΗ ΚΟΥΤΖΑΜΑΝΗ - ΔΡΙΛΙΑ        ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΜΑΡΑΖΙΔΟΥ

Πληροφορίες: www.esr.gr 

Παρατηρήσεις: Απόφαση 112/2024 | ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΕΣΡ | 27η Μαΐου 2024

Στην ίδια κατηγορία